ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (15/5)

Σήμερα 15/5 εορτάζουν:

  • Όσιος Παχώμιος ο Μέγας
  • Όσιος Αχίλλιος Επίσκοπος Λαρίσης
  • Όσιος Βάρβαρος ο Μυροβλύτης
  • Όσιος Ανδρέας ο Ερημίτης και Θαυματουργός
  • Άγιος Ησαΐας ο Θαυματουργός Επίσκοπος Ροστώβ
  • Άγιος Δημήτριος ο Μοσχοβίτης, ο Θαυματουργός
  • Όσιος Ησαΐας ο Θαυματουργός
  • Μνήμη εν τω περιτειχίσματι και η ανάδειξις της αχειροποιήτου εικόνος εν Καμουλιανοίς
  • Ανακομιδή της τιμίας Κάρας του Αγίου Αποστόλου Τίτου
  • Όσιος Πανηγύριος ο θαυματουργός
  • Οσία Καλή
  • Όσιος Σιλβανός ο Ταβεννησιώτης
  • Όσιος Ευφρόσυνος ο Θαυματουργός
  • Όσιος Σεραπίων του Πσκωφ
  • Όσιος Παχώμιος ο Αναχωρητής
  • Όσιος Παχώμιος του Κένο
  • Ανακομιδή των Ιερών λειψάνων του Αγίου Τύχωνος Επισκόπου Ζαντόνσκ
  • Άγιος Νικόλαος ο Ιερομάρτυρας
  • Άγιος Αβέρκιος ο Ιερομάρτυρας

Ο Όσιος Παχώμιος

15.-Osios-Paxomios

Η Άνω Θηβαίδα της Αιγύπτου είναι ο τόπος όπου γεννήθηκε ο Παχώμιος από γονείς ειδωλολάτρες, το 292 μ.Χ. Σε ηλικία 20 χρονών, κατατάχθηκε στον αυτοκρατορικό στρατό, όπου συνδέθηκε με χριστιανούς στρατιώτες και έτσι γνώρισε την χριστιανική θρησκεία. Όταν απολύθηκε από τις τάξεις του στρατού, βαπτίσθηκε. Η ψυχή του, όμως, επιθυμούσε κάτι περισσότερο και ανώτερο πνευματικά. Πήγε, λοιπόν, κοντά σε έναν φημισμένο ησυχαστή, τον Παλαίμονα, όπου κοντά του προόδευσε στην άσκηση, την αρετή και ιδιαίτερα στη βαθειά ταπεινοφροσύνη. Όταν πέθανε ο Παλαίμονας, με την χάρη του Θεού ο Παχώμιος έκτισε δικό του κελλί στον τόπο Ταβενησία, κοντά στο Νείλο. Με το χρόνο σχηματίσθηκε αδελφότητα, και έτσι έγινε εκεί ολόκληρη Μονή. Καταπληκτικά οργανωτικό πνεύμα ο Παχώμιος και με βοηθό την ταπεινοφροσύνη, κατόρθωσε να δημιουργήσει άριστο κοινοβιακό σύστημα και διοικούσε αρμονικότατα τους 3.000 περίπου μοναχούς που ήταν γύρω απ’ αυτόν. Θεωρείται, μάλιστα, και ο ιδρυτής της κοινοβιακής ζωής. Ο Παχώμιος δεν ήταν και τόσο πολύ εγγράμματος, αλλά αυτό δεν τον επηρέαζε, διότι πάντα είχε κατά νού την συμβουλή του Αποστόλου Πέτρου: «Την ταπεινοφροσύνην εγκομβώσασθε· ότι ο Θεός ταπεινοίς δίδωσι χάριν». Δηλαδή, κουμπωθείτε σαν άλλο ρούχο την ταπεινοφροσύνη, διότι ο Θεός στους ταπεινούς δίνει χάρη. Έτσι και ο Παχώμιος, με το ταπεινό φρόνημα είχε την χάρη να συζητά κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα θεολογικά ζητήματα. Το Μάιο του 348, προσβλήθηκε από πανώλη και πέθανε.

Ο Όσιος Αχίλλειος επίσκοπος Λαρίσης

Ἡ πρω­τεύ­ου­σα τῆς Θεσ­σα­λί­ας, ἡ Λά­ρι­σα, πα­νη­γυ­ρί­ζει τήν 15η Μα­ΐ­ου τήν ἑ­ορ­τή τοῦ πο­λι­ού­χου της ἁ­γί­ου Ἀ­χιλ­λί­ου. Ἀρ­χι­ε­ρέ­ας τοῦ 4ου αἰ­ώ­να ὁ Ἀ­χίλ­λιος μέ τή λαμ­πρό­τη­τα τῆς ἀ­κτι­νο­βό­λου φυ­σι­ο­γνω­μί­ας του κα­ταύ­γα­σε τήν ἐ­πο­χή του καί ἐ­ξα­κο­λου­θεῖ νά φω­­­τί­ζει τίς γε­νε­ές τῶν ὀρ­θο­δό­ξων πι­στῶν. Ἀ­πο­τε­λεῖ δέ ὄ­χι μό­νο καύ­χη­μα καί προ­στά­τη τῆς Λά­ρι­σας ἀλ­λά καί πα­ρά­δειγ­μα ἐμ­πνευ­σμέ­νου, ἀ­ξί­ου καί ἁ­γί­ου κλη­ρι­κοῦ.

Ἡ ἔν­δο­ξη Καπ­πα­δο­κί­α εἶ­ναι ἡ πα­τρί­δα του. Γεν­νή­θη­κε καί γα­λου­χή­θη­κε ἀ­πό γο­νεῖς εὐ­σε­βεῖς, οἱ ὁποῖοι ἐν­δι­α­φέρ­θη­καν νά με­τα­δώ­σουν ἀ­πό πο­λύ νω­ρίς στό τρυ­φε­ρό τους βλα­στά­ρι ὅ,τι πιό πο­λύ­τι­μο δι­έ­θε­ταν, τήν πί­στη στό Χρι­στό καί τήν εὐ­σέ­βεια. Καί αὐ­τός ἀ­πό τά παι­δι­κά του χρό­νια ἐκ­δή­λω­σε τήν ἀ­γα­θή του φύ­ση καί ἀν­τα­πο­κρί­θη­κε στούς ἵ­ε­ρους πό­θους τῶν γο­νέ­ων τοῦ προ­σπα­θών­τας νά μι­μη­θεῖ τίς ἀ­ρε­τές τους. Νέ­ος ἀ­κό­μη πα­ρου­σί­α­σε προ­σω­πι­κό­τη­τα σε­βα­στῆ μέ μόρ­φω­ση φι­λο­σο­φι­κή καί θε­ο­λο­γι­κή καί συγ­χρό­νως καλ­λι­έρ­γεια ἀ­ξι­ό­λο­γή της ψυ­χῆς.

Σ αὐ­τήν ἀ­κρι­βῶς τήν ἡ­λι­κία τῆς νε­ό­τη­τάς του, πού ἄλ­λοι νέ­οι ἑλ­κύ­ον­ται καί τέρ­πον­ται ἀ­πό κα­τα­κτή­σεις θέ­σε­ων, ἀ­ξι­ω­μά­των καί πλού­του ὑ­λι­κοῦ, ὁ Ἀ­χίλ­λιος αἰ­σθάν­θη­κε ἔν­το­νη μέ­σα του τήν κλή­ση τοῦ Θε­οῦ καί τόν πό­θο τῆς ἀ­φι­ε­ρώ­σε­ως σ’ αὐ­τόν. Τό­τε πῆ­ρε τήν ἀ­πό­φα­ση νά ἐ­πι­σκε­φθεῖ τούς τό­πους πού ἔ­ζη­σε, δί­δα­ξε καί ἔ­πα­θε ὁ Κύ­ριος Ἰ­η­σοῦς, ἀλ­λά καί τή Ρώ­μη, ὅ­που μαρ­τύ­ρη­σαν οἱ δυ­ό με­γά­λοι πρω­το­κο­ρυ­φαῖ­οι ἀ­πό­στο­λοι Πέ­τρος καί Παῦ­λος. Πῆ­γε ὡς εὐ­λα­βής προ­σκυ­νη­τής καί εἶ­δε καί ἀ­να­πό­λη­σε ἱερές σκη­νές καί θεῖ­ες δι­δα­σκα­λί­ες. Συγ­κι­νή­θη­κε καί ἐν­θου­σι­ά­σθη­κε. Γέ­μι­σε ὁ ἐ­σω­τε­ρι­κός του κό­σμος ἀ­πό ἱερά συ­ναι­σθή­μα­τα. Οἱ προ­σκυ­νη­μα­τι­κές αὐ­τές εὐ­λα­βεῖς ἐ­πι­σκέ­ψεις του ἔ­γι­ναν φω­νή τοῦ Θε­οῦ, ἡ ὁποί­α τόν κα­λοῦ­σε πλέ­ον μό­νι­μα καί ὑ­πεύ­θυ­να στή δι­α­κο­νί­α τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Καί πῆ­ρε ὁ Ἀ­χίλ­λιος τήν τε­λι­κή πλέ­ον ἀ­πό­φα­ση νά ἀ­φι­ε­ρώ­σει τή ζω­ή του στό κή­ρυγ­μα τοῦ θεί­ου λό­γου.

Ἀρ­χί­ζει ἀ­πό τό­τε τήν πε­ρι­ο­δεί­α του καί κη­ρύτ­τει συ­νέ­χεια τό λό­γο τοῦ Θε­οῦ. Ἀ­ψη­φᾶ δυ­σκο­λί­ες, ἐμ­πό­δια, δυ­σμε­νεῖς συν­θῆ­κες. Θαυ­μα­στής καί μι­μη­τής τοῦ ἀ­πο­στό­λου Παύ­λου θά μπο­ροῦ­σε καί αὐ­τός νά ἐ­πα­να­λά­βει: Ἐν κό­πῳ καί μό­χθῳ, ἐν ἀ­γρυ­πνί­αις πολ­λά­κις, ἐν λι­μῷ καί δί­ψει, ἐν νη­στεί­αις πολ­λά­κις, ἐν ψύ­χει καί γυ­μνό­τη­τι… (Β΄ Κορ. ι­α΄ 27).

Ἡ σπου­δαί­α ὅ­μως προ­σω­πι­κό­τη­τα τοῦ Ἀ­χιλ­λί­ου καί ἡ ἐν­θου­σι­ώ­δης ἱ­ε­ρα­πο­στο­λι­κή δρά­ση του ἦ­ταν φυ­σι­κό νά γί­νει γρή­γο­ρα γνω­στή ὄ­χι μό­νο στά μέ­ρη ἀ­πό ὅ­που αὐ­τός πέ­ρα­σε ἀλ­λά καί πιό πέ­ρα. Ἔ­τσι ἔ­γι­νε ἀ­πό τούς ἐγ­γύς καί τούς μα­κράν πο­λύ ἀ­γα­πη­τός καί σε­βα­στός.

Ἀλ­λά ἦρ­θε καί ὁ και­ρός πού ὁ Κύ­ριος τόν τί­μιο καί κα­λά δι­α­κο­νή­σαν­τα ἐρ­γά­τη Του θά τόν ἀ­νε­βά­σει ψη­λό­τε­ρα. Οἱ γάρ κα­λῶς δι­α­κο­νή­σαν­τες βαθ­μόν ἑ­αυ­τοῖς κα­λόν πε­ρι­ποι­οῦν­ται (Α΄ Τίμ. γ΄ 13). Συγ­χρό­νως ὅ­μως θά ζη­τή­σει ἀ­πό αὐ­τόν δι­α­κο­νί­α πιό ὑ­πεύ­θυ­νη. Καί νά ὅ­τι ὁ πι­στός λα­ός τῆς Λά­ρι­σας, ὅ­ταν πλη­ρο­φο­ρή­θη­κε καί εἶ­δε τόν ζη­λω­τή κή­ρυ­κα, ζή­τη­σε νά τόν κά­νει Ἐ­πί­σκο­πό του. Δι­α­κρι­νό­ταν ἄλ­λω­στε ὁ Ἀ­χίλ­λιος καί συγ­κέν­τρω­νε τά ἀ­πα­ραί­τη­τα προ­σόν­τα τά ὁποῖ­α ζη­τοῦ­σε ὁ ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος ἀ­πό τούς Ἐ­πι­σκό­πους (Α΄ Τιμ. γ΄ 1 καί ἑ­ξῆς).

Μιά τέ­τοι­α μορ­φή ὅ­πως ὁ Ἀ­χίλ­λιος, ὅ­ταν ἀ­νέ­βη­κε στό ἀ­ξί­ω­μα τῆς Ἀρ­χι­ε­ρω­σύ­νης, δέν πρό­σε­ξε μό­νο τό μέ­γε­θος τῆς τι­μῆς ἀλ­λά κυ­ρί­ως τή βα­ρύ­τη­τα τῆς εὐ­θύ­νης. Τό συ­νε­χές κή­ρυγ­μα καί ἡ ἄ­σκη­ση τῆς φι­λαν­θρω­πί­ας ἦ­ταν τό κύ­ριο ἔρ­γο τοῦ νέ­ου Ἐ­πι­σκό­που. Ἡ ἀ­λή­θεια τοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου πρέ­πει νά γί­νει γνω­στή σ’ ἐ­κεί­νους πού τήν ἀ­γνο­οῦν καί ἀ­κό­μη πιό γνω­στή καί πιό ἀ­γα­πη­τή σ’ ἐ­κεί­νους πού τήν κα­τέ­χουν.

Ὅ­μως ἐ­κεί­νη ἡ ἐ­πο­χή ἦ­ταν κρί­σι­μη γιά τήν Ἐκ­κλη­σί­α. Ἡ αἵ­ρε­ση τοῦ Ἀ­ρεί­ου σάν ἀρ­ρώ­στια ἐ­πι­δη­μι­κή μά­στι­ζε τήν Ἐκ­κλη­σί­α ὁ­λό­κλη­ρη μέ κίν­δυ­νο νά μο­λύ­νει τήν ὀρ­θό­δο­ξη πί­στη. Μπρο­στά στό με­γά­λο αὐ­τό κίν­δυ­νο ὁ πρῶ­τος Χρι­στια­νός αὐ­το­κρά­το­ρας, ὁ Μέ­γας Κων­σταν­τῖ­νος, συγ­κά­λε­σε στή Νί­και­α τήν Α΄ Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δο. Με­τα­ξύ τῶν 318 θε­ο­φό­ρων Πα­τέ­ρων συμ­με­τεῖ­χε καί ὁ ἐ­πί­σκο­πος Λα­ρί­σης Ἀ­χίλ­λιος. Μέ τή συ­ναί­σθη­ση τῆς κρι­σι­μό­τη­τας τῶν και­ρῶν καί τῆς ἐ­πι­σκο­πι­κῆς του εὐ­θύ­νης πα­ρα­κο­λού­θη­σε τίς ἐρ­γα­σί­ες τῆς Συ­νό­δου μέ πολ­λή σο­βα­ρό­τη­τα καί συ­νο­χή. Ὕ­ψω­σε φω­νή δι­α­μαρ­τυ­ρί­ας καί στη­λί­τευ­σε τήν αἵ­ρε­ση καί τόν αἱ­ρε­σιά­ρχη Ἄ­ρει­ο.

Τό Ἅ­γιον Πνεῦ­μα κα­τηύ­γα­σε τή Σύ­νο­δο καί ἔ­δω­σε τήν ὄρ­θη λύ­ση καί τή με­γά­λη νί­κη τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας. Στό τέ­λος πε­ρι­χα­ρής γιά τή νί­κη τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, εὐ­γνώ­μων πρός τόν Θε­ό ὑ­πέ­γρα­ψε καί ὁ Ἀ­χίλ­λιος τά πρα­κτι­κά της ἁ­γί­ας Συ­νό­δου, ἡ ὁποί­α θά μεί­νει στήν ἱ­στο­ρία ὡς λαμ­πρός κα­θο­δη­γη­τι­κός προ­βο­λέ­ας τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Στή Σύ­νο­δο δό­θη­κε εὐ­και­ρί­α καί στό Μέ­γα Κων­σταν­τῖ­νο, πού πολ­λά ἄ­κου­γε γιά τόν Ἀ­χίλ­λιο, νά τόν γνω­ρί­σει προ­σω­πι­κά. Καί μα­ζί μέ τήν τι­μή καί τόν ἔκ­δη­λο σε­βα­σμό του τοῦ πρό­σφε­ρε ἀ­ξι­ό­λο­γο χρη­μα­τι­κό πο­σό γιά τίς ἀ­νάγ­κες τῆς ἐ­παρ­χί­ας του.

Ἀ­πό τήν Α΄ Οἰ­κου­με­νι­κή Σύ­νο­δο ὁ Ἀ­χίλ­λιος ἐ­πέ­στρε­ψε ἀ­να­νε­ω­μέ­νος στή Λά­ρι­σα. Μέ νέ­ες δυ­νά­μεις συ­νε­χί­ζει τό ἔρ­γο του. Μα­ζί μέ τήν πε­ρι­ο­δεί­α, τό κή­ρυγ­μα καί τή φι­λαν­θρω­πί­α, κτί­ζει να­ούς πε­ρι­καλ­λεῖς στή θέ­ση τῶν εἰ­δω­λο­λα­τρι­κῶν να­ῶν καί συγ­χρό­νως κά­νει πολ­λά θαύ­μα­τα. Ὁ Θε­ός ἀ­μεί­βον­τας τήν πί­στη του τοῦ ἔ­δω­σε τό θαυ­μα­τουρ­γι­κό χά­ρι­σμα, γιά νά εὐ­ερ­γε­τεῖ τά πνευ­μα­τι­κά του τέ­κνα μέ τά ὁποῖ­α ἔρ­χε­ται σέ συ­νε­χῆ ἐ­πι­κοι­νω­νί­α ὡς πραγ­μα­τι­κός καί φι­λό­στορ­γος πα­τέ­ρας.

Γιά ὅ­λα αὐ­τά ἡ πό­λη τῆς Λά­ρι­σας τι­μᾶ τόν Ἅ­γιο. Βε­βαί­ως στε­ρή­θη­κε τό ἱ­ε­ρό του λεί­ψα­νο, για­τί ὁ Σα­μου­ήλ, ὁ βα­σι­λιάς τῶν Βουλ­γά­ρων, σέ μιά ἐ­πί­θε­ση ἐ­ναν­τί­ον τῆς Θεσ­σα­λί­ας τόν 10ο αἰ­ώ­να τό με­τέ­φε­ρε στή Βουλ­γα­ρί­α. Ἡ θε­ό­σω­στη ὅ­μως ἐ­παρ­χί­α του μπο­ρεῖ νά μήν ἔ­χει τό ἅ­γιο λεί­ψα­νο, ἔ­χει ὅ­μως τή με­σι­τεί­α καί τίς ὅ­λο­θερ­μες εὐ­χές τοῦ ἁ­γί­ου της Ἐ­πι­σκό­που κον­τά στό θρό­νο τοῦ Θε­οῦ!

Ἅς φι­λο­τι­μεῖ ἡ μορ­φή τοῦ ἁ­γί­ου Ἀ­χιλ­λί­ου ὅ­λους τούς κλη­ρι­κούς νά τόν μι­μη­θοῦν στή ση­με­ρι­νή μά­λι­στα κρί­σι­μη ἐ­πο­χή μας. Ἄς γί­νει πρό­τυ­πο καί γιά ὅ­σους ἑ­τοι­μά­ζον­ται νά γί­νουν ἐρ­γά­τες καί κή­ρυ­κες τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας Του. Ἄς προ­τρέ­πει καί ὅ­λους ἐ­μᾶς νά συ­νερ­γοῦ­με κα­τά τό δυ­να­τόν, γιά νά ἀ­να­δει­κνύ­ον­ται τέ­τοι­οι ἐρ­γά­τες τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, «φω­στῆ­ρες ἐν κό­σμῳ, λό­γον ζω­ῆς ἐ­πέ­χον­τες» (Φι­λιπ. 6 15-16), ὅ­πως καί ὁ Ἀ­χίλ­λιος.

Κον­τά­κιον τοῦ Ἁ­γί­ου. Ἦ­χος πλ. δ΄

Τῆς οἰ­κου­μέ­νης τόν ἀ­στέ­ρα τόν ἀ­νέ­σπε­ρον καί Λα­­ρι­σαί­ων τόν ποι­μέ­να τόν ἀ­κοί­μη­τον,

τόν Ἀ­χίλ­λιον ὑ­μνή­σω­μεν ἐκ­βο­ών­τες· Παρ­ρη­σί­αν κε­κτη­μέ­νος πρός τόν Κύ­ριον,

ἐκ παν­τοί­ας τρι­κυ­μί­ας ἡμᾶς λύ­τρω­σαι, ἵ­να κρά­ζω­μεν Χαί­ροις, πά­τερ Ἀ­χίλ­λι­ε.

Ἀπό τό βιβλίο «Καλλίνικοι Μάρτυρες»

Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη

Μοιραστείτε το άρθρο:

Ένα κάθε μέρα

13 Δεκεμβρίου 2024

Αγαπάς τους άλλους;

«Ἀγαπῶμεν ἀλλήλους, ὅτι ἡ ἀγάπη ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστι»./ Ας αγαπάμε ο ένας τον άλλο, γιατί η αγάπη πηγάζει από τον Θεό.

(Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος)

Γίνε και εσύ συνδρομητής !

Πρόσφατες αναρτήσεις

Το συναξάρι της ημέρας

Φιλικές Ιστοσελίδες