Σήμερα 25/6 εορτάζουν:
- Αγία Φεβρωνία
- Όσιος Διονύσιος κτήτορας της Μονής Τιμίου Προδρόμου Αγίου Όρους
- Άγιος Προκόπιος που μαρτύρησε στη Σμύρνη
- Άγιος Γεώργιος ο εν Κρήνη
- Άγιοι Ορέντιος, Φαρνάκιος, Έρωτας, Φίρμος, Φιρμίνος, Κυριάκος, και Λογγίνος
- Ανάμνηση της σωτηρίας της Κωνσταντινούπολης με τις πρεσβείες της Υπεραγίας Θεοτόκου
- Αγίες Λεωνίδα, Λιβύη και Ευτροπία οι Οσιομάρτυρες
- Όσιος Σίμων
- Όσιος Δομέτιος
- Άγιος Θεοδόσιος ο μάρτυρας
- Άγιος Μεθόδιος ο εν Νυβρίτω
- Άγιοι Πέτρος και Φεβρωνία οι θαυματουργοί
- Όσιος Μαρτύριος ο επίσκοπος
Η Αγία Φεβρωνία
Εκθαμβωτική ήταν η σωματική της ομορφιά. Αλλά ακόμα περισσότερο έλαμπε η ψυχή της, ανάμεσα στις μοναχές του μοναστηριού της Μεσοποταμίας (στην πόλη της Νισίβεως, που λέγεται Αντιόχεια της Μυγδονίας και βρισκόταν στα σύνορα του Βυζαντινού και Περσικού κράτους). Από 17 χρονών η Φεβρωνία πήγε στο μοναστήρι, όπου ηγουμένη ήταν η θεία της Βρυένη. Γρήγορα προσαρμόστηκε στους κανόνες της νέας ζωής, και μάλιστα πάντα έβρισκε χρόνο να μελετά και να καλλιεργεί το πνεύμα της. Η ζωή της ήταν ήσυχη. Όμως, κάποια μέρα ταράχθηκαν τα γαλήνια «νερά» της ησυχίας της. Ένα σώμα στρατιωτών που εξεδίωκε χριστιανούς, πέρασε από την μονή
της Φεβρωνίας. Οι άλλες μοναχές πρόλαβαν και έφυγαν μακριά. Η Φεβρωνία, επειδή ήταν άρρωστη, δεν μπόρεσε να μετακινηθεί. Μαζί της έμειναν η ηγουμένη Βρυένη και η αδελφή Θωμαίς. Οι στρατιώτες, μόλις άντικρυσαν την Φεβρωνία, έμειναν έκπληκτοι από την ομορφιά της. Άφησαν, λοιπόν, τρεις άνδρες να την φρουρούν και οι υπόλοιποι γύρισαν και το ανέφεραν στον αρχηγό τους Σελήνο (288 μ.Χ.). Αυτός αμέσως διέταξε και την έφεραν μπροστά του, και με κάθε τρόπο την πίεσε να αλλαξοπιστήσει. Πρότεινε στη Φεβρωνία να την δώσει σύζυγο στον ανεψιό του Λυσίμαχο, που κοντά του θα γνώριζε μεγάλη δόξα. Η Φεβρωνία, όμως, προτίμησε να γίνει «της μελλούσης αποκαλύπτεσθαι δόξης κοινωνός». Προτίμησε, δηλαδή, να είναι συμμέτοχος της δόξας που θα αποκαλυφθεί κατά την δευτέρα παρουσία, και με περίσσιο θάρρος περιφρόνησε τις προτάσεις του Σελήνου, ο οποίος, αφού την βασάνισε, τελικά την σκότωσε με ξίφος.
Ο Όσιος Διονύσιος κτήτορας της Μονής Τιμίου Προδρόμου Αγίου Ορους
Ο Όσιος Διονύσιος γεννήθηκε στο χωριό Κορησσό της Καστοριάς, από γονείς ευσεβείς γεωργούς. Σε νεαρή ηλικία πήγε στο Άγιον Όρος, κοντά στον αδελφό του Θεοδόσιο. Ο Διονύσιος, με δάσκαλο τον ίδιο του τον αδελφό, έμαθε να μελετά την Αγία Γραφή και γρήγορα διακρίθηκε για το ταπεινό του φρόνημα και για τον φιλάνθρωπο χαρακτήρα του. Μετά λίγα χρόνια, επί αυτοκράτορα Αλεξίου Κομνηνού του Γ´ (1350-1390) ο Θεοδόσιος έγινε Μητροπολίτης στην Τραπεζούντα. Ο Διονύσιος, όταν το έμαθε χάρηκε πολύ, πρώτα από αδελφική αγάπη και δεύτερο διότι θα μπορούσε τώρα να πραγματοποιήσει πιο εύκολα ένα δικό του σχέδιο. Μετά την χειροτονία του σε Πρεσβύτερο, ο Διονύσιος μετέφερε τον τόπο της ασκήσεώς του σ’ ένα απότομο βουνό του μικρού Άθωνος η Αντιάθωνος, το ονομαζόμενο Παλαιός Πρόδρομος και Παναγία. Και λίγο πιο κάτω ήθελε να κτίσει Ναό και ευπρεπή Μονή, πράγμα που τελικά, με την χάρη του Θεού, κατόρθωσε. Έτσι, το 1375 ο Αλέξιος Γ´, με την μεσιτεία του αδελφού του Μητροπολίτη Θεοδοσίου, ενέκρινε την ανέγερση της Μονής με το όνομα του Τιμίου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου. Έδωσε για το έργο αυτό ο αυτοκράτορας στον Διονύσιο, 50 σώμια (400.000 γρόσια) και μετά τρία χρόνια 1000 Κομνηνάτα. Έτσι ο μοναχός Διονύσιος έκτισε την Μονή Τιμίου Προδρόμου, γνωστή κατόπιν με αυτό το όνομα που της έδωσε ο κτήτοράς της. Ο Διονύσιος πέθανε στην Τραπεζούντα, όπου είχε πάει για να ζητήσει και άλλο βοήθημα από τον αυτοκράτορα για την αγιογράφηση του ναού της Μονής.
Ο Άγιος Προκόπιος που μαρτύρησε στη Σμυρνη
Ο νεομάρτυρας Προκόπιος, καταγόταν από χωριό που ήταν κοντά στη Βάρνα, και από γονείς ευσεβείς. Σε ηλικία 20 χρονών, πήγε στο Άγιον Όρος και μόνασε στη Σκήτη του Τιμίου Προδρόμου, υποτακτικός στον γέροντα Διονύσιο. Σαν μοναχός διακρίθηκε για τις μοναχικές του αρετές. Αργότερα, εγκατέλειψε την μοναχική ζωή, έφθασε στη Σμύρνη και βρισκόμενος σε απόγνωση, εξισλαμίστηκε. Κατόπιν όμως, οι τύψεις συνειδήσεως που είχε για το βαρύ ολίσθημά του, τον έφεραν με δάκρυα μετανοίας σε κάποιο πνευματικό, στον οποίο εξομολογήθηκε και πήρε τις ανάλογες συμβουλές παρηγοριάς. Κατόπιν προσευχήθηκε μπροστά στην εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου και ξεκίνησε για τον κριτή της πόλης. Μόλις έφτασε μπροστά στον κριτή, πέταξε το τούρκικο σαρίκι που φορούσε στο κεφάλι του και φόρεσε τον μοναχικό σκούφο. Έπειτα ήλεγξε με τόλμη την μουσουλμανική θρησκεία και ομολόγησε με θάρρος τον Χριστό. Οι Τούρκοι, όταν είδαν το αμετάθετο της γνώμης του μάρτυρα, τον οδήγησαν με χλευασμούς στον τόπο της εκτέλεσης. Αλλ’ όταν διαπίστωσαν την χαρά με την οποία πήγαινε στο μαρτύριο, οι δήμιοι φοβήθηκαν και αρνήθηκαν να τον εκτελέσουν. Τότε ανέλαβε και τον αποκεφάλισε κάποιος αρνησίχριστος, που κλήθηκε επί τούτου, στις 25 Ιουνίου 1810, ημέρα Σάββατο.
Ο Άγιος Γεώργιος από την Αττάλεια
Ο Νεομάρτυρας Γεώργιος γεννήθηκε στα μέρη της Αττάλειας από γονείς πλούσιους και ευσεβείς. Νήπιο ακόμα, ο Γεώργιος, αρπάχτηκε από τον Αγά Προύσαλη, κατά τις συνηθισμένες αρπαγές χριστιανόπουλων από τους Τούρκους, εξισλαμίστηκε και ονομάστηκε Μεχμέτ. Όταν ήλθε σε ηλικία γάμου, παντρεύτηκε την κόρη του Αγά αυτού. Με την προτροπή των θεοσεβών γονέων, μία χριστιανή υπηρέτρια του Γεωργίου, ονομαζόμενη Μαρία, αποκάλυψε σ’ αυτόν για την καταγωγή του και τον τρόπο του εξισλαμισμού του. Με την πρόφαση ότι θα πήγαινε για προσκύνημα στη Μέκκα, ο Γεώργιος μαζί με την Μαρία, ήλθε στους Αγίους Τόπους, όπου παρέμεινε για δυό χρόνια. Κατόπιν έφτασε στην πόλη Κρήνη της Μ. Ασίας, όπου παντρεύτηκε την Ελένη Μαυρογιάννη. Επιζητώντας το μαρτύριο ο Γεώργιος, πήγε στο Διοικητήριο και βοήθησε να κατέβει από το άλογο, ο διερχόμενος από την Κρήνη, πρώην πενθερός του, στον οποίο μετά από λίγο ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό. Τότε οι Τούρκοι τον έριξαν στη φυλακή, όπου τον έδειραν σκληρά και έβαλαν στα πόδια του φάλαγγα, και στη συνέχεια πυρακτωμένο χάλκινο σκεύος στο κεφάλι του. Τελικά στις 25 Ιουνίου 1823, τον κρέμασαν στον τοίχο του σπιτιού του επισήμου Παντελάκη Φαρμάκη και τον απαγχόνισαν.