Να τη βγάλουμε Νίκη!!!

   Νοέμβριος του 1940, στο πολύπαθο νησί της Κύπρου, στα βορειοδυτικά του όμορφου νησιού μας, σ’ ένα χωριό που έλαχε να ευλογηθεί ιδιαίτερα. Εδώ η γη καρπίζει πλούσια τα μήλα των εσπερίδων, τα σιτηρά και τα αμπέλια, θρέφει τα ζωντανά στους βοσκότοπους κι έχει τα σπλάχνα της γεμάτα μεταλλεύματα· κοιτάσματα χαλκού. Έτσι, η ανάγκη του βιοπορισμού έφερε εδώ τα τελευταία χρόνια πολλούς απ’ τη γύρω περιοχή κι απ’ το νησί ολόκληρο. Έδωσαν τα μεταλλεία μας δουλειά σε αναγκεμένους, αλλά δουλειά σκληρή, επικίνδυνη, που σου τρώει την υγεία και όχι σπάνια και την ίδια τη ζωή. Κι η δυσκολία γίνεται μεγαλύτερη, όταν ο Εγγλέζος κατακτητής είναι και στυγνός εκμεταλλευτής των κόπων σου, αφού η διαχείριση των μεταλλείων βρίσκεται στα χέρια του.

   Ο Κυριάκος και η Μάρω έχουν έρθει εδώ και τρία χρόνια στο χωριό μας, μ’ ένα μωρό στην αγκαλιά, για να ποτίσουν με τον ιδρώτα τους τα έγκατα τα γης και να εισπράξουν, όπως όλοι, πίκρα και ασθένεια. Ωραίοι άνθρωποι, άρχοντες στο φτωχικό τους, φιλήσυχοι. Αγαπούν τον τόπο, σέβονται τους ανθρώπους και τον κόπο τους, αγανακτούν μπροστά στην αδυσώπητη στάση του κατακτητή και εργοδότη τους. Τους ευλόγησε ο Θεός να αποκτήσουν και δεύτερο παιδί. Κοριτσάκι και αυτό.

   Ήταν Γενάρης, θυμάμαι, του 1940, 17 του μήνα. Γεννημένο ανήμερα του Αι-Αντώνη και η γιαγιά βαπτισμένη Αντωνού. Ε, το πράγμα φώναζε από μόνο του. Όλοι περάσαμε και ευχηθήκαμε: «Κυριάκο, να σας ζήσει η Αντωνούα». «Μάρω, ο Αι-Αντώνης να τη χαριτώνει».

   Πέρασε και αυτός ο χειμώνας, ήρθε η άνοιξη κι άνθισε στις ψυχές μας ελπίδα. Ελπίδα πως τα πράγματα θ’ ἀλλάξουν. Ελπίδα πως θα φυσήξει ένας αέρας και θα πάρει από δω τον κατακτητή του τόπου, τον εκμεταλλευτή του κόπου, τον δυνάστη της ζωής μας. Ελπίδα πως πλησιάζει η μέρα που ο τόπος και οι άνθρωποί του θ’ ἀνασάνουν λεύτεροι, όπως η Μακεδονία, η Ήπειρος και η Θράκη πριν μόλις τριάντα χρόνια.

   Η άνοιξη πέρασε γρήγορα, το ίδιο και το καλοκαίρι, κι εμείς βλέπαμε τα σύννεφα του πολέμου να πυκνώνουν πάνω απ’ την Ελλάδα μας. Μαθαίναμε τα νέα με καθυστέρηση. Ήρθε ο Οκτώβρης. Ο Μεταξάς είπε το «ΟΧΙ», οι Έλληνες όλοι βγήκαν στα βουνά με χαμόγελο και λίγο αργότερα… η Ελλάδα νικάει! Νικάει! Νικάει!

   Στιγμές συγκλονιστικές, η αγωνία δίνει τη θέση της στον ενθουσιασμό, στην προσμονή, στην ελπίδα. Ο στρατός ανεβαίνει στη Βόρειο Ήπειρο! Η Ελλάδα ελευθερώνει τα παιδιά της! Δεν μπορεί… πλησιάζει και η σειρά μας. Δεν μπορεί… ο δυνάστης είναι και σύμμαχος, εξάλλου κάτι ψιθύρισε για Ένωση, όταν θέλησε να μας στρατολογήσει για να πολεμήσουμε στο πλευρό του. Πλησιάζει… Η Ελλάδα νικάει…

   Ο Κυριάκος μας κάλεσε όλους στη βάπτιση της Αντωνίας. Σάββατο πρωί, 11 η ώρα, 23 Νοεμβρίου. Έχουν όλοι μαζευτεί στην Εκκλησία κι ας είναι ξενομερίτες. Τρία χρόνια εδώ τους αγαπήσαμε. Όλοι ντυμένοι στα καλά τους. Η κολυμβήθρα στη θέση της, τα κεριά αναμμένα, η Μάρω και ο Κυριάκος μ’ ἕνα εγκάρδια χαμόγελο μας υποδέχονται, η γιαγιά Αντωνού με μία κρυφή περηφάνια πήρε τη θέση της και περιμένει να ακούσει τ’ όνομά της… Ε, πως να το κάνουμε, είναι η διάδοχός της σ’ αυτόν τον κόσμο. Ο παπάς με τα απλά λευκά του άμφια έτοιμος. Προχωράει η ώρα. Πλησιάζουν οι έντεκα, περνάνε. Πάει έντεκα και δέκα, και τέταρτο, και είκοσι. Πού είναι ο νονός; Τόση καθυστέρηση; Να ᾿παθε κάτι; Στέλνουμε δύο παιδιά να τον βρουν. Φτάνει και μισή…

   «Έρχεται…», ακούγεται μία φωνή. «Τρέχει…». Όλο το χωριό γυρίζει προς τον δρόμο και βλέπει τον νονό, τον Πρόδρομο, να τρέχει. Ντυμένος κι αυτός στα γιορτινά του. Τρέχει και κάτι φωνάζει, φτάνει στην Εκκλησία.

   «Νίκη, Νίκη! Νικήσαμε! Μπήκαμε στην Κορυτσά! Μπήκαμε στην Κ…». Φωνάζει, πνίγεται η φωνή, χώνει το πρόσωπο στις δύο χούφτες και… ξεσπάει σε κλάμα γοερό.

   Μία ανατριχίλα απλώθηκε σ’ όλους μας. Γέλια πνιγμένα σε λυγμούς, ενθουσιασμός, φωνές, αγκαλιές, κλάματα.

   Νίκη! Νίκη! Η Ελλάδα νικάει! Τα παιδιά τρέχουν στην καμπάνα και σημαίνουν… Ανάσταση!

   Τώρα παίρνει τον λόγο ο παπα-Ευάγγελος. Όλα τα βλέμματα καρφώνονται πάνω του. «Ευλογημένο τ’ όνομα του Χριστού μας, μεγάλη η χάρη της Παναγιάς μας. Προχθές γιορτάσαμε τα Εισόδιά Της, προχθές μπήκε στον Ναό και χθες μας έμπασε στην Κορυτσά. Ανασταίνεται η Ελλάδα μας. Η Ελλάδα νικάει!».

   «Νίκη, να τη βγάλουμε Νίκη!», φωνάζει ο νονός. «Νίκη», ακούγεται απ’ όλους. «Νίκη», ψελλίζει και η κυρα-Αντωνού και σταυροκοπιέται.

   Το μυστήριο αρχίζει και κυλάει μέσα σε μία ατμόσφαιρα έντονα φορτισμένη. Χαρά, ενθουσιασμός, δάκρυα, ελπίδας ανάσταση. Και τώρα που τα γέρικα χέρια του παπά ανεβάζουν το μωρό κι ακούγεται με σπασμένη από συγκίνηση η φωνή του: «Βαπτίζεται η δούλη του Θεού Νίκη…», βλέπουμε να εικονίζεται στο πρόσωπο του μωρού η δική μας ζωή, ο τόπος μας, το αύριό μας. Βλέπουμε το μωρό να βυθίζεται τρεις φορές μέσα στο νερό της κολυμβήθρας και πάλι ν’ ἀνεβαίνει, και νιώθουμε ότι έτσι θα ᾿ρθεῖ και η άλλη Νίκη, της ζωής και του γένους μας. Βυθίζεται στην κολυμβήθρα, που εικονίζει τον τάφο, βγαίνει απ’ αυτήν σαν από άλλη μήτρα, μήτρα ζωής αιωνίου. Εικονίζεται η πορεία του τόπου μας· πάθος και ανάσταση, αγώνας για τη Νίκη που έρχεται, για τη Λευτεριά που φτάνει.

Λιμναίος

Περιοδικό «Προς τη ΝΙΚΗ», Οκτώβριος 2021

 

 

Σχόλια:

Αφήστε μια απάντηση

Ένα κάθε μέρα

23 Απριλίου 2024

Πίστη

Του νου μας άστρα οι λογισμοί στο νου μας κυκλοφέρνουν,/ σβήνονται, ξαναφαίνονται, ψηλώνουν κι απογέρνουν./ Χαρά στον που κατάκορφα κορώνα τ’ ουρανού του/ ασάλευτο Άστρο Πολικό την πίστη έχει στο νου του.

(Γ. Δροσίνης)

Γίνε και εσύ συνδρομητής !

Πρόσφατες αναρτήσεις

Το συναξάρι της ημέρας

Φιλικές Ιστοσελίδες