2 Ἰουλίου
Ἑορταζόμενοι ἅγιοι
● Κατάθεσις Τιµίας Ἐσθῆτος τῆς Θεοτόκου
● Ὁ Ἅγιος Ἰουβενάλιος Πατριάρχης Ἱεροσολύµων
● Ὁ Ἅγιος Κόϊντος
● Ὁ Ἅγιος Λάµπρος ὁ Νεοµάρτυρας
● Οἱ Ἅγιοι Ἄνθιµος ὁ Γέρων, Παῦλος, Βήλων, Θέων, Ἤρων καὶ ἄλλοι 36 Αἰγύπτιοι
(+ 305-310)
● Ὁ Ἅγιος Εὐτυχιανός, Μάρτυρας
Περισσότερα στοιχεῖα
Κατάθεσις Τιµίας Ἐσθῆτος τῆς Θεοτόκου Στὸ ναὸ τῶν Βλαχερνῶν, ποὺ εἶχε κτίσει ἡ βασίλισσα Πουλχερία, κόρη τοῦ αὐτοκράτορα Ἀρκαδίου καὶ σύζυγος τοῦ αὐτοκράτορα Μαρκιανοῦ (451-457), εἶχαν κατατεθεῖ τὰ σπάργανα (ἐντάφια) τῆς Θεοτόκου, τὰ ὁποῖα εἶχαν σταλεῖ ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύµων Ἰουβενάλιο. Ὅταν δὲ ἦταν αὐτοκράτορας ὁ Λέων Α´ ὁ Θρὰξ (457-474), οἱ πατρίκιοι Γάλβιος καὶ Κάνδιδος ἔφεραν ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυµα καὶ τὴν τίµια ἐσθῆτα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.
Ὁ Λέων τὴν παρέλαβε καὶ τὴν κατέθεσε στὸ ναὸ τῶν Βλαχερνῶν, µέσα σὲ χρυσὴ λάρνακα. Ἡ ἐσθῆτα αὐτὴ ὑπῆρχε µέσα στὸ ναὸ τῶν Βλαχερνῶν µέχρι τὸ ἔτος 820. Ἀλλὰ ὁ ναὸς αὐτὸς τὸ 1070 κάηκε καὶ κατόπιν, ἀφοῦ ἀνοικοδοµήθηκε, ἀπὸ ἀπροσεξία ξανακάηκε στὶς 19 Ἰανουαρίου τοῦ 1434. Βέβαια, πάντα τὰ τίµια ἀντικείµενα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου γίνονται ἀφορµὴ στοὺς ἀγωνιζόµενους χριστιανοὺς νὰ µιµηθοῦν τὴν ἀρετή της. Καὶ ὅπως, λοιπόν, αὐτὴ «διετήρει πάντα τὰ ρήµατα (τοῦ Κυρίου) ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς», διατηροῦσε, δηλαδή, τὰ λό
για του Υἱοῦ της βαθειὰ χαραγµένα στὴν καρδιά της, ἔτσι ἂς κάνουµε κι ἐµεῖς.
ὉἍγιος Ἰουβενάλιος, Πατριάρχης Ἱεροσολύµων
Ὁ Πατριάρχης αὐτός, κατέχει µία ἀπὸ τὶς ἐπισηµότερες θέσεις στὴν ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία. Κατὰ τὴν πιὸ πιθανὴ γνώµη, πατριάρχευσε 28 συνεχῆ χρόνια καὶ ὑπῆρξε σύγχρονος τῶν βασιλέων Θεοδοσίου τοῦ µικροῦ, Πουλχερίας, Μαρκιανοῦ καὶ Λέοντος τοῦ Α´. Στὴ Γ´ Οἰκουµενικὴ Σύνοδο, ποὺ ἔγινε στὴν Ἐφεσο, ἡ συµµετοχὴ τοῦ Ἰουβεναλίου ἦταν ἐνεργητικότατη. Διότι ἦταν ἄνδρας ὄχι µόνο πολλοῦ ζήλου, ἀλλὰ καὶ λόγου καὶ παιδείας. Ὁ Ἰουβενάλιος ἔγραψε γιὰ τὴν Κοίµηση τῆς Θεοτόκου καὶ τὴν Μετάσταση αὐτῆς. Ἐπίσης, αὐτὸς εἶναι ποὺ ἔστειλε στὸν αὐτοκράτορα Μαρκιανὸ τὰ ἐντάφιά της σπάργανα, ποὺ κατατέθηκαν στὸ Ναὸ τῶν Βλαχερνῶν. Πέθανε, σύµφωνα µὲ τὰ λεγόµενα τοῦ Δοσιθέου, τὸ ἔτος 457.
ὉἍγιος Κόϊντος
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Φρυγία καὶ διακρινόταν γιὰ τὸ θερµὸ ζῆλο του νὰ διαδίδει τὴν χριστιανικὴ πίστη µεταξὺ τῶν εἰδωλολατρῶν. Κάποτε πῆγε σ᾿ ἕνα χωριὸ ποὺ ὀνοµαζόταν Αἰολίς, ὅπου ἔδινε ἐλεηµοσύνη στοὺς φτωχοὺς καὶ γιάτρευε ἀνθρώπους ἀπὸ ἀκάθαρτα πνεύµατα. Ἐπειδὴ ὅµως ὁ ἡγεµόνας Ροῦφος τὸν ἀνάγκαζε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, δαιµονίστηκε, ἀλλ᾿ ὁ Ἅγιος τὸν θεράπευσε καὶ ὁ ἡγεµόνας, ἀφοῦ τὸν ἀντάµειψε µὲ πολλὲς τιµὲς τὸν ἄφησε ἐλεύθερο. Κατόπιν πῆγε στὴν Πέργαµο, ὅπου συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες Κυµαίους, ποὺ ἄρχισαν νὰ τὸν βασανίζουν. Τότε ξαφνικὰ ἔγινε µεγάλος σεισµός, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ πέσει ὁ ναὸς τῶν Ἑλλήνων καὶ νὰ συντριβοῦν τὰ εἴδωλα ποὺ ἦταν µέσα σ᾿ αὐτόν. Φοβισµένοι οἱ Ἕλληνες, ἄφησαν τὸν Ἅγιο ἐλεύθερο. Ἀργότερα στὴν Πέργαµο ἦλθε ὁ ἄρχοντας Κλέαρχος, ὁ ὁποῖος συνέλαβε τὸν Ἅγιο καὶ τοῦ συνέτριψε τὰ σκέλη, ἀλλ᾿ αὐτὸς µὲ τὴν θεία χάρη ἔγινε ὑγιὴς καὶ ἀπὸ τότε ἔ