Σήμερα 11/9 εορτάζουν:
- Οσία Θεοδώρα από την Αλεξάνδρεια
- Άγιος Ευφρόσυνος ο μάγειρας
- Άγιοι Διόδωρος, Διομήδης & Δίδυμος οι μάρτυρες
- Αγία Ίας
- Άγιοι Δημήτριος, Ευανθία η σύζυγος του και Δημητριανός ο γιός τους
- Αγία Θεοδώρα της Βάστα Πελοποννήσου
- Όσιοι Ηλίας ο Σπηλαιώτης και Αρσένιος
- Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων των Οσίων Σεργίου και Γερμανού των θαυματουργών
- Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης και οι συν αυτώ Άγιοι Αρχιερείς
Η Οσία Θεοδώρα από την Αλεξάνδρεια
Καταγόταν από την Αλεξάνδρεια στα χρόνια του βασιλιά Ζήνωνος (474-490)] και ήταν συνεζευγμένη με ευσεβή άνδρα, τον Παφνούτιο. Η ζωή της Θεοδώρας ήταν τίμια, ενάρετη και αφοσιωμένη στο σύζυγό της. Όμως, ο μισόκαλος διάβολος, σε κάποια στιγμή αδυναμίας της Θεοδώρας, την έσπρωξε κρυφά στη μοιχεία. Κανείς δεν την είδε. Κανείς δεν το έμαθε. Μπορούσε, επομένως, να συνεχίσει αρμονικά την ζωή της με το σύζυγό της. Όταν, όμως, άκουσε τα λόγια του Ευαγγελίου, με τα οποία ο Κύριος διδάσκει ότι δεν υπάρχει κρυφό, το οποίο δε θα γίνει φανερό στο μέλλον, σκέφθηκε το βάθος της αμαρτίας της και έκλαψε πικρά. Ντύθηκε έπειτα ανδρικά, πήγε σε μοναστήρι και εκάρη μοναχός με το όνομα Θεόδωρος. Εκεί, μέρα-νύκτα μετανοούσε και έκλαιγε την αμαρτία της. Μετά από δυό χρόνια, συκοφαντήθηκε ότι πόρνευσε με γυναίκα, όταν έφεραν ένα νεογέννητο μωράκι έξω από την ν πόρτα του μοναστηριού. Τότε η Θεοδώρα πήρε το βρέφος και για επτά ολόκληρα χρόνια, έξω από το μοναστήρι με διάφορες κακουχίες, το ανέθρεψε σαν δικό της. Όταν επανήλθε στο μοναστήρι, το ταλαιπωρημένο σώμα της μετά από λίγο καιρό ξεψύχησε. Τότε οι μοναχοί, όταν διαπίστωσαν το φύλο της, θαύμασαν και όλοι μαζί δόξασαν το Θεό.
Ο Άγιος Ευφρόσυνος ο μάγειρας
Υπήρξε αγράμματος, αλλ᾿ αληθινά ευσεβής και πιστός. Έκανε οικονομίες με στερήσεις του εαυτού του, μόνο και μόνο για να κάνει ελεημοσύνες. Το επάγγελμά του του επέτρεπε να τρώει πρώτος τα καλύτερα φαγητά. Αυτός όμως, δεν θέλησε να το μεταχειριστεί ποτέ. Έτρωγε με μεγάλη ευχαρίστηση τα χόρτα και τις ελιές του, την στιγμή που έβραζαν η έψηναν μπροστά του τα ορεκτικότερα κρέατα και τα προκλητικότερα ψάρια. Κατόπιν ο Ευφρόσυνος πήγε σε μοναστήρι, όπου και εκεί εξασκούσε το έργο του μαγείρου. Αλλ᾿ αυτός, αντίθετα από ότι στα κοσμικά ξενοδοχεία, στο μοναστήρι έφτιαχνε μετριότατο φαγητό. Σε μερικούς που τον ειρωνεύονταν γι᾿ αυτή του την κατάσταση, ο Ευφρόσυνός με πραότητα απαντούσε: «Η καλή μαγειρική δεν είναι τόσο καλός βοηθός για την βασιλεία των ουρανών. Την πολλή ευφροσύνη που ζητούν τα σώματα, θα την χάσουν κατ᾿ ανάγκην οι ψυχές. Και εγώ δεν έχω εδώ προορισμό να σας κολάσω». Τελικά ο Ευφρόσυνος πέθανε σ᾿ ένα ερημικό ησυχαστήριο. Και η Εκκλησία, που ξέρει ότι στην αιώνια ζωή δεν έχει κανένα ανώτερο δικαίωμα από έναν μάγειρα ένας βασιλιάς η φιλόσοφος, ανέγραψε μεταξύ των αγίων της τον μάγειρο Ευφρόσυνο, επειδή ήξερε και να πιστεύει και να ζει κατά το θέλημα του Θεού.
Χρυσόστομος Σμύρνης
Ο εθνομάρτυρας Χρυσόστομος Καλαφάτης, γεννήθηκε στην Τρίγλια της Προποντίδας το 1867. Υπήρξε μητροπολίτης Σμύρνης από το 1910 έως το 1922. Σπούδασε στη θεολογική Σχολή Χάλκης (1884-1891) και υπηρέτησε ως αρχιδιάκονος του μητροπολίτη Μυτιλήνης Κωνσταντίνου Βαλιάδη, ο οποίος αναδείχθηκε Οικουμενικός Πατριάρχης ως Κωνσταντίνος Ε´ (1897). Χρημάτισε πρωτοσύγκελλος της Μεγάλης Εκκλησίας και το 1902 χειροτονήθηκε από τον Πατριάρχη Ιωακείμ Γ´ μητροπολίτης Δράμας (1902-1910). Οι αγώνες του εναντίον της βουλγαρικής προπαγάνδας και για την τόνωση του εθνικού φρονήματος ενόχλησαν την Υψηλή Πύλη, η οποία αξίωσε από το Πατριαρχείο την άμεση ανάκλησή του (1907). Αποχωρίστηκε με πικρία το ποίμνιό του και αποσύρθηκε στην Τρίγλια με την ελπίδα της επιστροφής στην μητρόπολη Δράμας, η οποία κατέστη δυνατή το 1908 με την ψήφιση του νέου τουρκικού συντάγματος. Η ενθουσιώδης υποδοχή που του επιφύλαξε ο λαός της Δράμας συνδέθηκε με την έξαρση του εθνικού αγώνα, γι᾿ αυτό και χαρακτηρίστηκε από την Υψηλή Πύλη επικίνδυνος για την δημόσια τάξη. Ανακλήθηκε εκ νέου από την μητρόπολη Δράμας (20 Ιανουαρίου 1909) και αποσύρθηκε πάλι στην Τρίγλια μέχρι την μετάθεσή του στην μητρόπολη Σμύρνης (11 Μαρτίου 1910). Στην Μητρόπολη Σμύρνης συνέχισε τους εθνικούς του αγώνες, οργάνωσε δε πάνδημο συλλαλητήριο για να καταγγείλει τις βιαιότητες των Βουλγάρων στην Μακεδονία εναντίον των Ελλήνων, την υποστήριξη των τουρκικών αρχών προς την βουλγαρική προπαγάνδα και τις γενικότερες καταπιέσεις της Υψηλής Πύλης εναντίον του Ελληνισμού του Οθωμανικού κράτους. Οι τουρκικές αρχές της περιοχής θορυβήθηκαν και πέτυχαν την απομάκρυνσή του από τη μητρόπολη Σμύρνης (1914), στην οποία επέστρεψε μετά την ανακωχή του Μούνδρου (1918). Κατά την περίοδο της ελληνικής διοίκησης της Σμύρνης (1919-1922), λειτουργούσε ως αναμφισβήτητος εθνάρχης του μικρασιατικού Ελληνισμού και ως ο εμπνευσμένος ηγέτης της «Μικρασιατικής Άμυνας» για την δημιουργία αυτόνομου κράτους σε περίπτωση ήττας του ελληνικού στρατού. Η κατάρρευση όμως του μικρασιάτικου μετώπου (Αύγουστος 1922) απογοήτευσε τον μεγαλόπνοο μητροπολίτη, ο οποίος αποδοκίμασε τα σχέδια των Μεγάλων Δυνάμεων για την απομάκρυνση του ελληνικού στοιχείου από την Μικρά Ασία. Η εισβολή των Τούρκων στην Σμύρνη υπήρξε η δοκιμασία των εθνικών του οραμάτων. Αρνήθηκε να εγκαταλείψει τον λαό του, παρά την πίεση των προξένων της Αγγλίας και της Γαλλίας. Στις 27 Αυγούστου 1922 συνελήφθη από τον Τούρκο φρούραρχο της πόλης Νουρεντίν πασά, μετά το τέλος της θείας Λειτουργίας στο ναό της Αγίας Φωτεινής, και παραδόθηκε στον εξαγριωμένο τουρκικό όχλο. Έπειτα από φρικτά βασανιστήρια βρήκε μαρτυρικό θάνατο. Ο εκφραστής των εθνικών πόθων κατέστη πλέον το σύμβολο των τραγικών πεπραγμένων του Γένους. Το δίτομο έργο του Περί Εκκλησίας, τα άρθρα του στα περιοδικά Εκκλησιαστική Αλήθεια και Ιερός Πολύκαρπος και η όλη κηρυκτική του δράση αναδεικνύουν την υπέροχη πνευματική μορφή του εθνομάρτυρα Ιεράρχη.
Γρηγόριος, Μητροπολίτης Κυδωνιών (22 Ἰουλίου 1908 – 3 Ὀκτωβρίου 1922)
Προηγουμένως διετέλεσε και μητροπολίτης Τιβεριουπόλεως και Στρωμνίτσης (12 Οκτωβρίου 1902 – 22 Ιουλίου 1908). Το κοσμικό του όνομα ήταν Αναστάσιος Αντωνιάδης η Σαατσόγλου και, κατά μεταγλώττιση δική του, Ωρολογάς. Γεννήθηκε στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας το 1864. Ως Ιεροκήρυκας ανήκει στους πρώτους που στο κήρυγμα χρησιμοποίησαν την δημοτική γλώσσα. Και στις τρεις μητροπόλεις που υπηρέτησε εργάστηκε με ζήλο και επιτυχία για την προάσπιση των εθνικών ελληνικών δικαίων και ιδιαίτερα συνεργάστηκε γι᾿ αυτά με τον μητροπολίτη Δράμας Χρυσόστομο Καλαφάτη (1902-1910), τον κατόπιν εθνομάρτυρα μητροπολίτη Σμύρνης (1910-1922). Στις 12 Οκτωβρίου 1902 χειροτονήθηκε μητροπολίτης στη σπουδαία από εθνικής απόψεως επαρχία Τιβεριουπόλεως και Στρωμνίτσης, στην οποία αγωνίστηκε όχι μόνο κατά των τούρκων, αλλά ιδιαίτερα εναντίον του βουλγαρικού κομιτάτου, μέλη του οποίου προσπάθησαν, πολλές φορές, να τον δολοφονήσουν (1905). Η τουρκική κυβέρνηση, όταν πληροφορήθηκε την εθνική δράση του Γρηγορίου, ανάγκασε το Οικουμενικό Πατριαρχείο να απομακρύνει τον Γρηγόριο, μεταθέτοντάς τον στη νεοσύστατη μητρόπολη Κυδωνιών, στις 22 Ιουνίου 1908, όπου ο Γρηγόριος συνέχισε την εθνική του δράση. Το 1918 κατηγορήθηκε από τους Τούρκους για εσχάτη προδοσία, δικάστηκε δυό φορές στο Στρατοδικείο της Σμύρνης, καταδικάστηκε και φυλακίστηκε. Μετά την αποφυλάκισή του (16 Οκτωβρίου 1918) και την κατάληψη των Κυδωνιών από τον ελληνικό στρατό (19 Μαίου 1919), ο Γρηγόριος δεν απομακρύνθηκε από την επαρχία του, για υποθέσεις της οποίας πολλές φορές ήλθε σε αντίθεση με τον ύπατο αρμοστή στη Σμύρνη Αριστείδη Στεργιάδη. Μετά την αποχώρηση των ελληνικών πολιτικών και στρατιωτικών αρχών από τις Κυδωνιές, ο Γρηγόριος, σε σύσκεψη με την δημογεροντία, εισηγήθηκε την αναχώρηση των κατοίκων των Κυδωνιών και την μεταφορά τους στη
Μυτιλήνη, για να αποφύγουν την σφαγή από τους Τούρκους, αλλά δυστυχώς οι υποδείξεις του δεν έγιναν αποδεκτές. Έτσι το δράμα των κατοίκων των Κυδωνιών άρχισε στις 22 Αυγούστου 1922, όταν άτακτος τουρκικός στρατός κατέσφαξε κοντά στην κωμόπολη Φράνελι του Αδραμυττηνού Κόλπου 4.000 Έλληνες κατοίκους των Κυδωνιών. Ο μητροπολίτης Γρηγόριος, παρά τους εξευτελισμούς που υφίστατο από τις τουρκικές αρχές, τις επισκεπτόταν και αγωνιζόταν να σώσει και να θρέψει το ποίμνιό του. Όταν δε στις 15 Σεπτεμβρίου πληροφορήθηκε την σφαγή του μητροπολίτη Μοσχονησίων Αμβροσίου και των 6.000 κατοίκων τους από τους Τούρκους, ο Γρηγόριος αγωνίστηκε υπεράνθρωπα και κατόρθωσε να συγκατατεθούν oι Τούρκοι να έλθουν ελληνικά πλοία από την Μυτιλήνη με αμερικανική σημαία και με την εγγύηση του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού και να παραλάβουν 20.000 Έλληνες από τις 35.000 που κατοικούσαν τις Κυδωνιές. Ο Γρηγόριος αρνήθηκε να αναχωρήσει και στις 30 Σεπτεμβρίου οι Τούρκοι τον συνέλαβαν και τον φυλάκισαν. Στη φυλακή βασανίστηκε φρικτά και στις 3 Οκτωβρίου, μαζί με άλλους Ιερείς και προκρίτους των Κυδωνιών που είχαν επίσης συλληφθεί θανατώθηκε.
Ευθύμιος, Μητροπολίτης Ζήλων
Ο Ευθύμιος Αγριτέλης, υπήρξε επίσκοπος Ζήλων από το 1912 έως το 1921. Μοναχός της Ιεράς Μονής Λειμώνας, σπούδασε στη Θεολογική σχολή της Χάλκης και κατόπιν έκανε διδάσκαλος και Ιεροκήρυκας στη Λέσβο και πρωτοσύγκελος στη μητρόπολη Μηθύμνης. Στις 12 Ιουνίου 1912 χειροτονήθηκε επίσκοπος Ζήλων. Ως επίσκοπος ανέπτυξε μεγάλη θρησκευτική και εθνική δράση. Όταν η δράση του έγινε γνωστή στους Κεμαλιστές Τούρκους, συνελήφθη και φυλακίστηκε μαζί με άλλους πρόκριτους της επαρχίας Αμασείας στις 21 Ιανουαρίου 1921. Με αίτησή του, ζήτησε από την κεμαλική κυβέρνηση της Άγκυρας να θεωρηθεί μόνο αυτός ένοχος και να απαλλαγούν οι υπόλοιποι συλληφθέντες. Μάλιστα δε μπροστά στο δικαστήριο απολογήθηκε με θαυμάσια αγόρευση. Στη φυλακή υπέστη πολλά βασανιστήρια, από τα οποία και πέθανε στις 29 Μαίου 1921. Μετά δε τον θάνατό του ήλθε και η καταδικαστική απόφαση του τούρκικου δικαστηρίου.