ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (19/4)

Σήμερα 19/4 εορτάζουν:

  • Άγιος Παφνούτιος ο Ιεροσολυμήτης, Ιερομάρτυρας
  • Άγιος Θεόδωρος ο Μάρτυρας και οι συν αυτώ Φιλίππα, Διόσκορος, Σωκράτης και Διονύσιος
  • Άγιος Αγαθάγγελος ο Εσφιγμενίτης
  • Όσιος Γεώργιος ο Ομολογητής Επίσκοπος Πισιδίας
  • Άγιος Τρύφων Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης
  • Όσιος Συμεών ηγούμενος Ιεράς μονής Φιλοθέου Αγίου Όρους ο Μονοχίτων και Ανυπόδητος
  • Αγία Ασινέθ του Γκορίτσκυ
  • Άγιος Alphege
  • Άγιοι Ερμογένης, Εξπέδιτος, Αριστόνικος, Ρούφος και Γαλατάς οι Μάρτυρες
  • Άγιος Βίκτωρ ο Ιερομάρτυρας Επίσκοπος Γκλαζώφ
  • Όσιος Σεβαστιανός του Καραγκάντα
  • Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων του Αγίου Μωυσή του Θαυματουργού

Ὁ Ἅγιος Παφνούτιος ὁ Ἱεροσολυμίτης, Ἱερομάρτυρας

19.-Agios-Pafnoutios

Στὶς 25 Σε­πτεμ­βρί­ου γι­ορ­τά­ζουν δύ­ο συ­νώ­νυ­μοι ἅ­γιοι μὲ τὸ ὄ­νο­μα Παφ­νού­τιος. Ὁ ἕ­νας εἶ­ναι ὁ πα­τέ­ρας τῆς ἁ­γί­ας Εὐ­φρο­σύ­νης, ὁ ὅ­σιος Παφ­νού­τιος, ποὺ ἐ­κοι­μή­θη εἰρη­νι­κά. Καὶ ὁ ἄλ­λος εἶ­ναι ὁ ὁ­σι­ο­μάρ­τυς Παφ­νού­τιος. Πρό­κει­ται γιὰ μιὰ με­γά­λη ὁ­σια­κή, ἱ­ε­ρα­πο­στο­λι­κὴ καὶ μαρ­τυ­ρι­κὴ μορ­φὴ τῆς Ἄ­νω Αἰ­γύ­πτου, ποὺ ἔ­ζη­σε στὰ χρό­νια τοῦ ἀ­σε­βοῦς δι­ώ­κτου τοῦ Χρι­στι­α­νι­σμοῦ, τοῦ Δι­ο­κλη­τια­νοῦ (303 μ.Χ.).

Τὰ ἀ­σκη­τι­κά του πα­λαί­σμα­τα ὁ Ὅ­σιος τὰ ἀ­σκοῦ­σε μὲ πολ­λὴ ἀ­κρί­βεια στὴν πε­ρι­ο­χὴ τοῦ Νεί­λου κον­τὰ στὸ χω­ριὸ Τέν­τυ­ρα. Τὸν πο­λύ­τι­μο θη­σαυ­ρὸ τῆς ἀ­γά­πης του, τὸν Χρι­στό, δὲν Τὸν κρα­τοῦ­σε μό­νο γιὰ τὸν ἑ­αυ­τό του. Θε­ω­ροῦ­σε με­γά­λη του τι­μὴ νὰ Τὸν φα­νε­ρώ­νει μὲ δι­δα­χὲς στὴν εὐ­ρύ­τε­ρη πε­ρι­ο­χή του. Γι’ αὐ­τὸ ἐ­ξερ­χό­ταν ἀ­πὸ τὸν τό­πο τῆς ἀ­σκή­σε­ώς του καὶ πε­ρι­δι­ά­βαι­νε τὶς πό­λεις καὶ φώ­τι­ζε μὲ τὸ φῶς τοῦ Χρι­στοῦ τὰ σκο­τά­δια τῶν ψυ­χῶν τῶν εἰ­δω­λο­λα­τρῶν. Πολ­λοὶ ἄλ­λα­ζαν πο­ρεί­α. Με­τα­νο­οῦ­σαν. Ἀ­κο­λου­θοῦ­σαν τὸν δρό­μο τῆς χρι­στι­α­νι­κῆς ζω­ῆς. Ὁ Κύ­ριος Ἰ­η­σοῦς Χρι­στὸς ἐ­με­γα­λύ­νε­το. Στὸ μι­κρό του ἀ­σκη­τή­ριο ἔ­φθα­ναν πολ­λοὶ γιὰ νὰ ζη­τή­σουν κα­θο­δή­γη­ση καὶ ἐ­νί­σχυ­ση. Εἶ­χε γί­νει πλέ­ον ὁ Παφ­νού­τιος μιὰ ἰ­σχυ­ρὴ πνευ­μα­τι­κὴ προ­σω­πι­κό­τη­τα μὲ κύ­ρος σο­φοῦ δι­δα­σκά­λου καὶ κα­θο­δη­γοῦ, μὲ ὄ­νο­μα με­γά­λου ἁ­γί­ου καὶ ὁ­σί­ου.

Τέ­τοι­α βέ­βαι­α ὀ­νό­μα­τα γί­νον­ταν οἱ πρῶ­τοι στό­χοι συλ­λή­ψε­ων ἀ­πὸ τοὺς δι­ῶ­κτες τῆς πί­στε­ως. Ἡ δι­α­τα­γὴ καὶ γιὰ τὸν Παφ­νού­τιο – χω­ρὶς ὁ ἴ­διος νὰ γνω­ρί­ζει κά­τι – εἶ­χε ἐκ­δο­θεῖ ἀ­πὸ τὸν ἐ­ξου­σια­στὴ τῆς Αἰ­γύ­πτου Ἀρ­ρια­νό. «Ὁ Παφ­νού­τιος θὰ συλ­λη­φθεῖ, θὰ ἀ­να­κρι­θεῖ καὶ θὰ τι­μω­ρη­θεῖ, ἂν συ­νε­χί­σει νὰ πι­στεύ­ει καὶ νὰ δι­δά­σκει τὶς χρι­στι­α­νι­κὲς ἀ­λή­θει­ες».

Ὁ Κύ­ριος ἀ­πε­κά­λυ­ψε στὸν ὅ­σιο δοῦ­λο του μὲ μή­νυ­μα (πα­ρου­σί­α) Ἀγ­γέ­λου τὸ θέ­λη­μά του: «Νὰ ἑ­τοι­μα­σθεῖς, τοῦ εἶ­πε, Παφ­νού­τι­ε, γιὰ νὰ προ­σφέ­ρεις τὸν ἑ­αυ­τό σου ‘‘θυ­σί­α ζῶ­σα­’’ στὸν Κύ­ριο, ἀ­φοῦ φο­ρέ­σεις τὴν ἱ­ε­ρα­τι­κή σου στο­λή». Μιὰ οὐ­ρά­νια χα­ρὰ ἔ­νι­ω­σε βα­θιά του ὁ Ὅ­σιος. Χω­ρὶς νὰ δει­λιά­σει, χω­ρὶς νὰ κρυ­φθεῖ οὔ­τε ἀ­κό­μα νὰ πε­ρι­μέ­νει νὰ τὸν ἀ­να­κα­λύ­ψουν οἱ στρα­τι­ῶ­τες, πο­ρεύ­θη­κε πρὸς τὸν ἔ­παρ­χο Ἀρ­ρια­νό. Καὶ ἐ­κεῖ κά­τω ἀ­πὸ τὸν ὑ­ψω­μέ­νο θρό­νο του, δί­πλα στὸν Νεῖ­λο πο­τα­μό, ὁ τα­πει­νὸς καὶ θαρ­ρα­λέ­ος Παφ­νού­τιος αὐ­τό­κλη­τος πα­ρου­σι­ά­στη­κε μπρο­στὰ στὸν ἔ­παρ­χο λέ­γον­τας: «Μὲ ἀ­να­ζη­τεῖς; Ἐ­γὼ εἶ­μαι ὁ Παφ­νού­τιος. Κά­νε με ὅ,τι θέ­λεις».

Ὁ ἔ­παρ­χος θαύ­μα­σε τὴν τόλ­μη ἑ­νὸς τό­σο ἀ­δύ­να­του, ἥ­συ­χου καὶ σε­βά­σμιου γέ­ρον­τα. Ἀλ­λὰ δὲν τὸν σε­βά­στη­κε. Δι­έ­τα­ξε νὰ τοῦ φο­ρέ­σουν ἁ­λυ­σί­δες καὶ νὰ γί­νει ἀ­νά­κρι­ση. Στὶς ἀ­πει­λὲς τῶν ἀρ­χόν­των ἀ­τά­ρα­χος ὁ Ὅ­σιος ὁ­μο­λο­γοῦ­σε: «Ἀ­πὸ μι­κρὸ παι­δὶ λα­τρεύ­ω καὶ προ­σκυ­νῶ τὸν Θε­ὸ τὸν ζῶν­τα καὶ ἀ­λη­θι­νό. Προ­τι­μῶ τὸν θά­να­το, για­τὶ ἕ­νας τέ­τοι­ος μαρ­τυ­ρι­κὸς θά­να­τος δὲν εἶ­ναι θά­να­τος ἀλ­λὰ ζω­ὴ αἰ­ώ­νιος». Ὁ ἔ­παρ­χος τὸν ἀπείλησε ἐπιδεικνύοντας τὰ βα­σα­νι­στι­κὰ ὄρ­γα­να. Ὁ Ὅ­σιος ἐ­μει­δί­α­σε. Τὰ πε­ρι­φρό­νη­σε ὅ­λα. «Ἡ ζω­ὴ τῶν Χρι­στια­νῶν, τοῦ λέ­γει, εἶ­ναι ἀ­νώ­τε­ρη ἀ­πὸ τὰ βα­σα­νι­στή­ρια, καὶ δὲν τὰ φο­βό­μα­στε».

Ὁ ἔ­παρ­χος ἐ­ξα­γρι­ώ­νε­ται. Δι­α­τά­ζει καὶ τὸν κρε­μοῦν. Τοῦ σχί­ζουν τὶς σάρ­κες. Τὸ ἁ­γνὸ αἷ­μα τοῦ Ὁ­σί­ου κυ­λᾶ. Πο­τί­ζει τὸ χῶ­μα… Ὁ μάρ­τυ­ρας εἶ­ναι ἐ­ξου­θε­νω­μέ­νος, ὅ­μως προ­σεύ­χε­ται μὲ δυ­να­τὴ πί­στη. Ὁ Κύ­ριος τὸν θε­ρα­πεύ­ει.

Ἔκ­πλη­κτοι οἱ δύ­ο δή­μιοί του στρα­τι­ῶ­τες, ὁ Δι­ο­νύ­σιος καὶ ὁ Καλ­λί­μα­χος, κα­θὼς ἀν­τι­κρί­ζουν τὸ θαῦ­μα, συγ­κλο­νί­ζον­ται. Ὁ­μο­λο­γοῦν πί­στη στὸν ἀ­λη­θι­νὸ Θε­ό. Καὶ ἀ­μέ­σως κα­τα­δι­κά­ζον­ται ἀ­πὸ τὸν ἔ­παρ­χο. Τι­μω­ροῦν­ται καὶ οἱ δύ­ο μὲ ἀ­πο­κε­φα­λι­σμό.

Ἀ­κο­λου­θεῖ ἡ φυ­λά­κι­ση τοῦ Ἁ­γί­ου. Μέ­σα στὸ σκο­τει­νὸ δε­σμω­τή­ριο ὁ Ὅ­σιος προ­σεύ­χε­ται. Με­τα­βάλ­λει τὸν τό­πο αὐ­τὸ σὲ ἀ­σκη­τή­ριο. Οἱ προ­σευ­χές του εἶ­ναι ἰ­σχυ­ρές. Ἕ­να πα­ρά­δο­ξο φῶς ἐ­ξέρ­χε­ται τὴ νύ­χτα ἀ­πὸ τὴ φυ­λα­κή. Μοιά­ζει μὲ πύ­ρι­νη φλό­γα. Οἱ δε­σμο­φύ­λα­κες φο­βοῦν­ται γιὰ ἐμ­πρη­σμό. Ὅ­μως ὄ­χι! Δὲν εἶ­ναι. Εἶ­ναι ὁ Ἅ­γιος λου­σμέ­νος στὸ φῶς τοῦ Χρι­στοῦ. Ἔ­τσι τὸν εἶ­δαν αὐ­τό­πτες μάρ­τυ­ρες κα­θὼς προ­σευ­χό­ταν μὲ ὑ­ψω­μέ­να χέ­ρια. Ἀ­κό­μη αἰ­σθάν­θη­καν ἀ­πὸ ἐ­κεῖ­νον καὶ μιὰ ἄρ­ρη­τη εὐ­ω­δί­α. Ση­μεῖ­α ὁ­λο­ζών­τα­να αὐ­τὰ τῆς θεί­ας Χά­ρι­τος ποὺ τό­σο πλού­σια κα­τοι­κοῦ­σε στὸν ὅ­σιο τοῦ Θε­οῦ Παφ­νού­τιο.

Συγ­κρα­τού­με­νοι μὲ τὸν Ἅ­γιο ἦ­ταν καὶ 40 βου­λευ­τὲς κα­τα­δι­κα­σμέ­νοι ἐ­κεῖ μέ­σα στὴ φυ­λα­κὴ για­τὶ εἶ­χαν κα­τα­χρα­σθεῖ δη­μό­σια χρή­μα­τα. Ἡ φω­νὴ τοῦ Ὁ­σί­ου τοὺς κα­λοῦ­σε σὲ με­τά­νοι­α: «Πι­στέψ­τε στὸν Χρι­στό, τοὺς ἔ­λε­γε ὁ Παφ­νού­τιος, με­τα­νο­ῆ­στε, καὶ θὰ ἐ­λευ­θε­ρω­θεῖ­τε ἀ­πὸ τὰ δε­σμὰ τὰ πνευ­μα­τι­κὰ τῆς ἁ­μαρ­τί­ας». Καὶ ἐ­κεῖ­νοι τὸν ἄ­κου­σαν. Καὶ πί­στε­ψαν. Καὶ ὁ­μο­λό­γη­σαν στα­θε­ρὰ στὸν ἔ­παρ­χο: «Εἴ­μα­στε κι ἐ­μεῖς ἀ­πὸ τώ­ρα Χρι­στια­νοί. Πε­ρι­φρο­νοῦ­με τὰ ψεύ­τι­κα εἴ­δω­λα. Ἀ­γα­ποῦ­με τὸν Κύ­ριο». Ἐ­ξα­γρι­ω­μέ­νος ὁ ἔ­παρ­χος δι­έ­τα­ξε τὸν μαρ­τυ­ρι­κό τους θά­να­το: «Νὰ ρι­χτοῦν στὴ φω­τιά».

Καὶ ἔ­τσι ἑ­νω­μέ­νοι μέ­σα στὶς φλό­γες καὶ ἐ­νι­σχύ­ον­τας ὁ ἕ­νας τὸν ἄλ­λον – ὅ­πως ἀρ­γό­τε­ρα θὰ συ­νέ­βαι­νε μὲ τοὺς 40 μάρ­τυ­ρες τῆς Σε­βα­στεί­ας – «πέ­τα­ξαν» ἀ­πὸ τὸ κα­μί­νι τῆς φω­τιᾶς στὴ δρό­σο τοῦ οὐ­ρα­νί­ου Πα­ρα­δεί­σου καὶ οἱ 40 βου­λευ­τές.

Τὰ θαύ­μα­τα τῆς πνευ­μα­τι­κῆς ἁ­λι­εί­ας ψυ­χῶν ἀ­πὸ τὸν ὅ­σιο Παφ­νού­τιο συ­νε­χί­ζον­ται. Τὴ νύ­χτα μέ­σα στὴ φυ­λα­κὴ ὁ Ὅ­σιος προ­σεύ­χε­ται «ὑ­πὲρ τῆς σω­τη­ρί­ας τοῦ σύμ­παν­τος κό­σμου». Καὶ τὴν ἡ­μέ­ρα ἀ­θέ­α­τος ἀ­πὸ τοὺς φύ­λα­κες ἐ­ξέρ­χε­ται στὴν πό­λη, κα­τη­χεῖ στὴν ἀ­λη­θι­νὴ πί­στη καὶ «ἐμ­πνέ­ει πό­θο μαρ­τυ­ρί­ου» στοὺς κα­τοί­κους.

Κά­ποι­α μέ­ρα συ­νάν­τη­σε στὸ δρό­μο 16 παι­διὰ ποὺ πή­γαι­ναν στὸ σχο­λεῖ­ο. Ἦ­ταν τὰ παι­διὰ τῶν βου­λευ­τῶν. Τὰ πλη­σιά­ζει. Τοὺς ὁ­μι­λεῖ γιὰ τὸν Χρι­στό, γιὰ τὸ ἔν­δο­ξο τέ­λος τῶν πα­τέ­ρων τους. Ἐ­κεῖ­να ἐν­θου­σι­ά­ζον­ται. Πι­στεύ­ουν ἀ­μέ­σως στὸν Κύ­ριο. Καὶ ὁ ἔ­παρ­χος τὰ ὁ­δη­γεῖ σὲ ἀ­νά­κρι­ση. Ἐκ­φο­βί­ζουν πρῶ­τα τὸ μι­κρό­τε­ρο, ἕ­να 13χρονο παι­δί. Τὸ ἀ­ναγ­κά­ζουν νὰ ρί­ξει θυ­μί­α­μα στὸ βω­μὸ τῶν εἰ­δώ­λων. Ἀλ­λὰ ἐ­κεῖ­νο ἀρ­νεῖ­ται καὶ πε­τᾶ πε­ρι­φρο­νη­τι­κὰ μέ­σα στὴ φω­τιὰ τοῦ θυ­σι­α­στη­ρί­ου τὸ βα­σι­λι­κὸ πρό­σταγ­μα. Ὀρ­γι­σμέ­νος ὁ ἔ­παρ­χος δι­α­τά­ζει νὰ ρί­ξουν τὸν μι­κρὸ ἀν­τι­δρα­στι­κὸ μάρ­τυ­ρα μέ­σα στὴ φω­τιά. Καὶ τὰ ὑ­πό­λοι­πα 15 παι­διὰ ποὺ πα­ρα­μέ­νουν πι­στὰ στὸν Χρι­στό, καὶ αὐ­τὰ τὰ τι­μω­ρεῖ ὑ­πο­δειγ­μα­τι­κά. Δί­νει ἐν­το­λὴ καὶ τὰ λογ­χί­ζουν μὲ ἀ­κο­νι­σμέ­να ἀ­κόν­τια.

Ὁ ὅ­σιος Παφ­νού­τιος συ­νε­χί­ζει ἀ­τά­ρα­χος καὶ εἰ­ρη­νι­κὸς μὲ τὴ δύ­να­μη τοῦ Θε­οῦ νὰ ἐ­πη­ρε­ά­ζει πλή­θη κό­σμου καὶ νὰ τὰ στρέ­φει πρὸς τὸν Χρι­στό. Ὁ πα­ρά­δο­ξος αὐ­τός – γιὰ τοὺς εἰ­δω­λο­λά­τρες – ἄν­θρω­πος ποὺ τοὺς κα­τα­στρέ­φει τὰ σχέ­δια, πρέ­πει νὰ τι­μω­ρη­θεῖ ὑ­πο­δειγ­μα­τι­κά. Γι’ αὐ­τὸ μὲ με­γά­λη συ­νο­δεί­α στρα­τι­ω­τῶν τὸν ἔ­φε­ραν – ὅ­πως τὸν Κύ­ριο «ὡς πρό­βα­τον ἐ­πὶ σφα­γήν» – στὸ Νεῖ­λο. Ἔ­μοια­ζε ἡ πο­ρεί­α αὐ­τὴ «μὲ πο­ρεί­α θριά­μβου».

Ὁ Ὅ­σιος στὴ νέ­α του ἀ­νά­κρι­ση δή­λω­σε καὶ πά­λι τὴν ἀ­κλό­νη­τη πί­στη του στὸν Κύ­ριο καὶ Θε­ό του.

Ἐ­κεῖ­νες τὶς ἡ­μέ­ρες στὶς ὄ­χθες τοῦ Νεί­λου ὁ Κύ­ριος χά­ρι­σε στὸν Ὅ­σιό του καὶ μιὰ νέ­α δό­ξα. Κα­τή­χη­σε καὶ ὁ­δή­γη­σε στὸν Χρι­στὸ μιὰ ὁ­μά­δα ὀ­γδόν­τα ψα­ρά­δων. Ἀλ­λὰ καὶ αὐ­τοὶ δὲν ἦ­ταν δυ­να­τὸν νὰ ἐ­ξαι­ρε­θοῦν ἀ­πὸ τὰ μαρ­τύ­ρια, για­τὶ μὲ θάρ­ρος ὁ­μο­λό­γη­σαν τὴν πί­στη τους. Καὶ ὅ­λοι μα­ζὶ θα­να­τώ­θη­καν ἀ­πὸ τὰ ξί­φη τῶν ἀ­γρί­ων δη­μί­ων.

Ἦρ­θε καὶ ἡ σει­ρὰ τοῦ Ὁ­σί­ου. Τὸν ἔ­δε­σαν σὲ τρο­χό. Καὶ τὸν πε­ρι­έ­στρε­φαν μὲ μα­νί­α. Τὸ ἀ­σκη­τι­κό του σῶ­μα ἐ­ξαρ­θρώ­θη­κε καὶ δι­α­με­λί­στη­κε. Μὲ θαῦ­μα ὅ­μως με­γά­λο ὁ Κύ­ριος τὸν θε­ρά­πευ­σε καὶ τὸν ἀ­νέ­στη­σε! Πα­ρου­σι­ά­ζε­ται καὶ πά­λι ὁ Ὅ­σιος μπρο­στὰ στὸν Ἀρ­ρια­νό. Μὲ νέ­α τόλ­μη προ­σπα­θεῖ νὰ τὸν συν­τα­ρά­ξει μὲ ἀ­φυ­πνι­στι­κοὺς λό­γους. Ὁ ἐ­γω­ι­στὴς ὅ­μως ἔ­παρ­χος σκλη­ρύ­νε­ται πε­ρισ­σό­τε­ρο. Ἀν­τί­θε­τα ὁ Εὐ­σέ­βιος ὁ πραι­πό­σι­τος (=ἀ­ξι­ω­μα­τοῦ­χος) μὲ τοὺς τε­τρα­κό­σιους στρα­τι­ῶ­τες του ποὺ πα­ρα­κο­λου­θοῦν μα­ζὶ ἔκ­θαμ­βοι τὰ με­γα­λεῖ­α τοῦ παν­το­δυ­νά­μου Θε­οῦ, συγ­κλο­νί­ζον­ται καὶ ὁ­μο­λο­γοῦν πί­στη στὸν Ἰ­η­σοῦ Χρι­στό. Ἀ­μέ­σως τι­μω­ροῦν­ται πα­ρα­δειγ­μα­τι­κὰ καὶ αὐ­τοί. Πα­ρα­δί­δον­ται στὶς φλό­γες καὶ πε­θαί­νουν μαρ­τυ­ρι­κά. Ἄλ­λα 400 ἔν­δο­ξα στε­φά­νια φέρ­νουν οἱ ἄγ­γε­λοι ἀ­πὸ τὸν οὐ­ρα­νὸ γιὰ νὰ στε­φα­νώ­σουν τοὺς νέ­ους ἀ­θλη­τὲς τῆς πί­στε­ως…

Ἔ­φθα­σε ὅ­μως καὶ τὸ τέ­λος τοῦ Ὁ­σί­ου. Ὁ Παφ­νού­τιος θὰ σταυ­ρω­θεῖ ὅ­πως ὁ «Ἀρ­χη­γός του», ὁ Ἰ­η­σοῦς Χρι­στός. Γα­λή­νιος καὶ ἀ­τά­ρα­χος, μὲ εὐ­χα­ρι­στί­α πρὸς τὸν πα­νά­γιο Θε­ό, πλη­σί­α­σε τὸν σταυ­ρὸ τοῦ μαρ­τυ­ρί­ου του. Ἦ­ταν ἕ­νας ξε­ρὸς φοί­νι­κας. Ἐ­κεῖ ἐ­πά­νω ἅ­πλω­σαν καὶ κάρ­φω­σαν τὰ χέ­ρια τοῦ γεν­ναί­ου αὐ­τοῦ ὁ­μο­λο­γη­τοῦ. Ἐ­κεῖ πα­ρέ­δω­σε τὸ πνεῦ­μα του. Καὶ ἀ­πὸ ἐ­κεῖ ἔ­δει­ξε σὲ ὅ­λους μὲ τὸ πα­ρά­δειγ­μά του «πῶς ἕ­νας ἄν­θρω­πος εἶ­ναι δυ­να­τὸν πα­ρα­κι­νού­με­νος ἀ­πὸ φλο­γε­ρὸ ζῆ­λο νὰ μπο­ρεῖ μὲ τὴ δύ­να­μη τοῦ Θε­οῦ νὰ ἐ­πη­ρε­ά­ζει στὸ κα­λὸ καὶ νὰ με­τα­μορ­φώ­νει μιὰ ὁ­λό­κλη­ρη κοι­νό­τη­τα».

Ἡ Πα­ρά­δο­ση ἀ­να­φέ­ρει ὅ­τι ἀ­μέ­σως με­τὰ τὴν ἐκ­πνο­ὴ τοῦ μάρ­τυ­ρα βλά­στη­σαν ἀ­πὸ τὸ ἄ­καρ­πο δέν­δρο δώ­δε­κα κλῶ­νοι γε­μά­τοι καρ­πούς. Οἱ σταυ­ρω­τές του ἔ­γι­ναν καὶ αὐ­τοὶ Χρι­στια­νοί. Ἡ ψυ­χὴ τοῦ ὁ­σι­ο­μάρ­τυ­ρος Παφ­νου­τί­ου εἶ­χε πλέ­ον πε­τά­ξει στὸν οὐ­ρα­νό. Ἐμ­πρός του ἀν­τί­κρι­ζε πα­νευ­τυ­χὴς τὸ πρό­σω­πο τοῦ λα­τρευ­τοῦ του Κυ­ρί­ου, τῆς Πα­να­γί­ας, τῶν Ἁ­γί­ων, ἀλ­λὰ καὶ τῶν 546 συ­νο­λι­κὰ Μαρ­τύ­ρων ποὺ ὁ ἴ­διος μὲ τὴ Χά­ρη τοῦ Κυ­ρί­ου εἶ­χε ὁ­δη­γή­σει ἐ­κεῖ.

Ὁ­σι­ό­τη­τα, Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λή, Μαρ­τύ­ριο. Εἶ­ναι τὸ τρί­πτυ­χο τῆς ζω­ῆς τοῦ ἁ­γί­ου Παφ­νου­τί­ου. Αὐ­τὸ ἂς εἶ­ναι τὸ σύν­θη­μα καὶ τῆς δι­κῆς μας ζω­ῆς. Τὸ νέ­ο ἐκ­κλη­σι­α­στι­κὸ ἔ­τος ἄ­νοι­ξε καὶ πά­λι μπρο­στά μας. Ἂς τὸ βα­δί­σου­με σύμ­φω­να μὲ τὸ πρό­τυ­πο τῆς ζω­ῆς τοῦ Ἁ­γί­ου μας. Μὲ ἀ­γώ­να γιὰ ὁ­σι­ό­τη­τα καὶ ἐ­ξα­γνι­σμό, μὲ δρά­ση γιὰ ἱ­ε­ρα­πο­στο­λὴ καὶ γνω­ρι­μί­α τῶν ἀν­θρώ­πων μὲ τὸν Σω­τή­ρα Κύ­ριο καὶ μὲ δι­ά­θε­ση νὰ μαρ­τυ­ροῦ­με γιὰ τὸν Χρι­στό, δε­χό­με­νοι εἰ­ρω­νεῖ­ες ἢ χλευα­σμὸ ἢ πε­ρι­φρό­νη­ση τοῦ κό­σμου. Ὅ­λα μὲ χα­ρὰ καὶ γιὰ τὴ δό­ξα τοῦ Κυ­ρί­ου μας Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ!

Ἀ­πό τό πε­ρι­ο­δι­κό «Ο ΣΩΤΗΡ»

Μοιραστείτε το άρθρο:

Ένα κάθε μέρα

10 Απριλίου 2025

204 χρόνια από τον μαρτυρικό θάνατο του Πατρ. Γρηγορίου Ε΄

«Πώς μας θωρείς ακίνητος;... Πού τρέχει ο λογισμός σου;/ Γιατί στο μέτωπό σου να μη φυτρώνουν, γέροντα, τόσες χρυσές ελπίδες,/ όσες μας δίδ’ η όψη σου παρηγοριές κι ελπίδες;»

Αριστ. Βαλαωρίτης

Γίνε και εσύ συνδρομητής !

Πρόσφατες αναρτήσεις

Το συναξάρι της ημέρας

Φιλικές Ιστοσελίδες

Ένα κάθε μέρα

10 Απριλίου 2025

204 χρόνια από τον μαρτυρικό θάνατο του Πατρ. Γρηγορίου Ε΄

«Πώς μας θωρείς ακίνητος;... Πού τρέχει ο λογισμός σου;/ Γιατί στο μέτωπό σου να μη φυτρώνουν, γέροντα, τόσες χρυσές ελπίδες,/ όσες μας δίδ’ η όψη σου παρηγοριές κι ελπίδες;»

Αριστ. Βαλαωρίτης

Γίνε και εσύ συνδρομητής !

Πρόσφατες αναρτήσεις

Το συναξάρι της ημέρας

Φιλικές Ιστοσελίδες