Σήμερα 18/5 εορτάζουν:
- Άγιοι Πέτρος, Διονύσιος, Ανδρέας, Παύλος, Χριστίνα, Ηράκλειος, Παυλίνος και Βενέδιμος οι Μάρτυρες
- Αγίες Τεκούσα, Αλεξανδρία, Κλαυδία, Φαεινή, Ευφρασία, Ματρώνα, Ιουλία και Θεοδότη οι Παρθενομάρτυρες από την Άγκυρα της Γαλατίας και Θεόδοτος ο Μάρτυρας
- Άγιος Στέφανος Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης
- Άγιος Ιουλιανός ο Μάρτυρας
- Άγιος Θεόδωρος ο Ιερομάρτυρας Πάπας Ρώμης
- Οσία Αναστασώ η εν τοις Λευκαδίου
- Όσιος Μαρτινιανός ο εν τοις Αρεοβίνθου
- Αγία Γαλακτία
Οι Άγιοι Πέτρος, Διονύσιος, Ανδρέας, Παύλος, Χριστίνα, Ηράκλειος, Παυλίνος και Βενέδηµος
Όλοι αυτοί οι Άγιοι μαρτύρησαν στα χρόνια του αυτοκράτορα Δεκίου, τον 3ο μ.Χ. αιώνα. Ο Πέτρος ήταν από την Λάμψακο, και όταν τον έφεραν μπροστά στον άρχοντα να θυσιάσει στην Αφροδίτη, αυτός ομολόγησε με παρρησία το Χριστό. Τότε, συνέτριψαν όλο το σώμα του με αλυσίδες και ξύλα, και έτσι παρέδωσε το πνεύμα του στο Θεό. Ο Παύλος και ο Ανδρέας ήταν από την Μεσοποταμία, στρατιώτες του Δεκίου. Όταν πήγαν στην Αθήνα, έγιναν στρατιώτες Χριστού, και μαζί με το Διονύσιο και την Χριστίνα, όλοι μαζί λιθοβολήθηκαν. Οι δε Ηράκλειος, Παυλίνος και Βενέδημος, ήταν από την Αθήνα. Εκεί, έδιναν σκληρό αγώνα κατά της πλάνης των ειδώλων και των φιλοσόφων που πολεμούσαν την χριστιανική θρησκεία. Αφού, λοιπόν, τους έπιασαν και τους βασάνισαν, τελικά τους αποκεφάλισαν. Έτσι και ο Κύριος, όταν έλθει η κατάλληλη ώρα θα δώσει γι’ αυτούς την δική Του μαρτυρία. Ποια θα είναι; Την απάντηση δίνει ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος: «Αύτή εστιν η μαρτυρία, ότι ζωήν αιώνιον έδωκεν ημίν ο Θεός». Δηλαδή, αυτή είναι η μαρτυρία του Θεού, ότι έδωσε ο Θεός σε μας τους πιστούς ζωή αιώνια.
Οι Άγιες οκτώ Παρθένοι από την Άγκυρα της Γαλατίας Τεκούσα, Αλεξανδρία, Κλαυδία, Φαεινή, Ευφρασία, Ματρώνα, Ιουλία, Θεοδότη και Θεόδοτος µάρτυς
Κατάγονταν από την Άγκυρα της Γαλατίας, αφιερωμένες ολόψυχα στην υπηρεσία του Ευαγγελίου, ήταν από τις μεγαλύτερες υπηρέτριες και αθλήτριες της χριστιανικής πίστεως. Προθυμότατες πάντοτε στα έργα του ελέους και της φιλανθρωπίας, συνεργάζονταν συγχρόνως στο να ελκύουν ειδωλολάτρισσες στους κόλπους της Εκκλησίας. Καταγγέλθηκαν για το έργο τους και αρνήθηκαν να θυσιάσουν στα είδωλα. Τότε παραδόθηκαν από τον άρχοντα Αγκύρας Θεότεκνο στους στρατιώτες για να τις διαφθείρουν. Επειδή όμως, χάριτι Θεού, διαφυλάχτηκαν αγνές, όλες τις έπνιξαν στα βάθη της εκεί λίμνης. Ο Θεόδοτος, του οποίου η θεία ήταν μία από τις Άγιες εκείνες γυναίκες, η Τεκούσα, ανέσυρε την νύκτα τα λείψανά τους και τα έθαψε. Ανακαλύφθηκε όμως και επειδή δεν θέλησε ν’ αρνηθεί τον Χριστό, τον αποκεφάλισαν μετά από πολλά βασανιστήρια. Και τον κάνει ακόμα αξιέπαινο το γεγονός ότι, ήταν οικογενειάρχης και άφηνε πίσω του χήρα και ορφανά.
Ο Άγιος Στέφανος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Ήταν γιός του αυτοκράτορα Βασιλείου του Μακεδόνα και της Ευδοκίας. Ο Στέφανος είχε κάνει μαθητής και σύγκελλος του μεγάλου Φωτίου, και μετά την δεύτερη πατριαρχία αυτού κατέλαβε τον πατριαρχικό θρόνο ενώ βασίλευε ο αδελφός του Λέων ο Σοφός το έτος 886. Ο Πατριάρχης Στέφανος ο Α´ ήταν άνδρας βαθειάς ευσέβειας. Όταν κάποτε αρρώστησε βαρειά και θεραπεύτηκε, αφού έκανε χρήση αγιάσματος της Ζωοδόχου Πηγής, ευγνωμονώντας δώρισε στο ναό της τα πολυτιμότατα άμφιά του, με τα οποία, αφού κατάλληλα μετασκεύασε, περιέβαλλε την αγία τράπεζα του ναού εκείνου κατά την ημέρα της ύψωσης του Τιμίου Σταυρού. Τους συγγενικούς του βασιλικούς δεσμούς χρησιμοποίησε όσο μπορούσε για την βοήθεια των πτωχών. Πέθανε το Μάιο του 893. Πιθανόν θεωρείται, ότι επί της πατριαρχίας του εκδόθηκε το πρώτο Σύνταγμα των επισκόπων του Οικουμενικού Θρόνου.
Ο Άγιος Θεοφάνης ο Νεος
Ο Άγιος Θεοφάνης καταγόταν από την Λευκωσία και έζησε στα χρόνια της Ενετοκρατίας. Εξελέγη Επίσκοπος Σολέας, αλλά μετά από ένα σοβαρό επεισόδιο μεταξύ αυτού και του Οικονόμου της Μητροπόλεως, αποφάσισε να παραιτηθεί του θρόνου. Συγκεκριμένα μία μέρα ο Επίσκοπος Θεοφάνης κάλεσε τον Οικονόμο και τον επέπληξε για κάτι, αλλά εκείνος τόσο πολύ θύμωσε με αυτή την παρατήρηση, που ασεβώς χειροδίκησε κατά του επισκόπου του. Τότε ο άγιος ανεχώρησε για το μοναστήρι του Μέσα Ποταμού. Προτού όμως αναχωρήσει για το μοναστήρι αυτό, έζησε βίο ησυχαστικό στη Μονή Παναγίας της Αρκάς, πλησίον της κοινότητος Μηλικουρίου. Στο Μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου στον Μέσα Ποταμό πέρασε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του ασκητικά και οσιακά. Έμενε σε ένα σπήλαιο, το οποίο βρισκόταν σε αρκετά μεγάλο ύψος από τα κελιά του μοναστηριού, το οποίο μέχρι σήμερα ονομάζεται «Κελλί του Γούμενου». Μετά την κοίμηση του αγίου οι κάτοικοι του παλιού οικισμού της «Τζεράμης» έκτισαν εκκλησία στο όνομά του. Όταν ανοίχθηκε ο τάφος του οσίου μετά από την κοίμησή του, το λείψανό του ευωδίαζε. Το άγιό του λείψανο μεταφέρθηκε στο καθολικό της μονής. Παλαιά εικόνα του αγίου του 1679, έργο του Λεντίου ιερομονάχου εκ Λεμεσού, ανευρέθη υπό του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου στην κοινότητα Τριών Ελιών Μαραθάσας και τώρα φυλάγεται στην προσωρινή έδρα της ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου στην Ευρύχου.