Το φοβόταν. Το απευχόταν. Κι ήρθε! Μετάθεση στην …Τήλο! Ποτέ δεν θα το διάλεγε! Τον στείλανε! Κουκκίδα στον χάρτη. Ένα απ’ τα πολλά νησιά-νησάκια της Δωδεκανήσου. Έψαξε στο διαδίκτυο. Έμαθε… Πού να πάρει μαζί την οικογένεια! Σχολεία-φροντιστήρια κλπ. δεν υπάρχουν για καλομαθημένους. Φεύγει μόνος. Με τα πλέον απαραίτητα στο ΙΧ του. Σχετική ψυχραιμία στον αποχωρισμό. Για την Πατρίδα. Τα είπαν από νωρίς το βράδυ… Ξεκίνησε περασμένα μεσάνυχτα, απ’ τα σύνορα του Έβρου. Δρόμοι άδειοι. Ποιος άλλωστε τέτοιαν ώρα… Ως τον Πειραιά ώρες ατέλειωτες για σκέψη… Κι ύστερα με καράβι για… πού; Για Ρόδο; Και μετά για Τήλο; Νύχτα βαθιά καταμεσίς του Αιγαίου. Κοντεύουν δυο μερόνυχτα, αφότου έβαλε το κλειδί στη μηχανή του… Ξημέρωμα. Άκουσε πως φθάνουν στην Τήλο. Αποβιβάζεται προσεκτικά στο λιμανάκι, στα Λιβάδια. Πίσω του κυνηγημένο το καράβι χάνεται για τα λοιπά νησιά.
Σκόρπια φύλλα στροβιλίζονται. Σπάζουν τη νέκρα του τοπίου. Το κύμα ροχθίζει. Το ᾿νιωσε γρήγορα: Ήρθες εδώ; Περιπέτεια ή φυγή. Η κοντινότερη μεγάλη στεριά, η Ρόδος, 3 ½ ώρες με καράβι. Τον χειμώνα όχι κάθε μέρα. Κι όταν φυσάει, πέλαγος ολάνοιχτο, μακρινός ατέλειωτος ορίζοντας, πλεούμενο δεν ξεμυτίζει…
Κι ήρθε αυτός, ο στεριανός, για δυο χρόνια… Βρέθηκε γρήγορα σπίτι επιπλωμένο, στα μέτρα του. Σούπερ μάρκετ; Δυο-τρία ψιλικατζίδικα με τιμές… τσιμπημένες. Μόνιμος γιατρός δεν υπάρχει. Νοσοκομείο; Ούτε λόγος! Ένα φαρμακείο για τα πλέον αναγκαία, μόνον. Εδώ ζουν με λακωνική εγκαρτέρηση. Σε κάτι έκτακτο, με τηλεδιάσκεψη κρίνεται η περίπτωση, για να σηκωθεί ελικόπτερο από Ρόδο, να παραλάβει τον ασθενή. Κι αν φυσάει… καράβι του Λιμενικού Σώματος ή του Πολεμικού Ναυτικού. Αν έχει τρικυμία; Διώχνει τη σκέψη… Προσαρμόσθηκε στον τόπο. Καλόκαρδοι οι άνθρωποι στη δουλειά· μια οικογένεια. Φερμένοι από μακριά. Καθένας με τον… πόνο του.
Ο χρόνος αργόσυρτος. Χρυσό το ηλιοβασίλεμα. Προλαβαίνει και ανατολή –πιάνει νωρίς δουλειά. Πάντως το σπίτι του: σκέτη θαλασσινή βεράντα.
Μαζεύεται νωρίς τα βράδια. Τι “κίνηση” για μοναχικό ξένο; Ζυγίζει τη ζήση του. Πόσα δεν είχε αξιολογήσει, πόσα προσπέρασε με γκρίνια!
Εδώ, στην άγονη γραμμή της Τήλου, βρήκε ανθρώπους γνήσια ολιγαρκείς, ριζωμένους στη γη τους, ευρεσιτέχνες στα καθέτως ορθωμένα εμπόδια. Που επιμένουν…ελληνικά! Όλος δικός τους ο ορίζοντας, όσα το μάτι αγκαλιάζει… Σ’ όλες τις κατευθύνσεις.
Στην παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου σείσθηκε ο μικρός τόπος. Οι μαθητές παρήλασαν σε… δυο λεπτά! Τόσοι ήταν. Αλλά… με καμάρι!! (…αλλού κι αλλού συζητάνε “γιατί να κάνουμε παρέλαση;”). Σχεδόν συγκινήθηκε. Όλοι μαζί γιόρτασαν το γεγονός. Το απομεσήμερο πρόλαβε να προσκυνήσει αρκετά βυζαντινά εκκλησάκια, σκαρφαλωμένα, ερημικά, φυλαγμένα από περίεργα μάτια. Πήρε μαζί του κεράκια. Γρήγορα τού τελείωσαν… Εκεί ψηλά, ένιωσε πως είχε ν’ ανάψει για πολλούς…
Όταν τελειώσει τη θητεία του εδώ, δεν θα ξαναγυρίσει. Στ’ ακριτικά σύνορα του Έβρου τον περιμένουν. Με την Τήλο τον δένει τώρα το καθήκον. Κι αργότερα, διά βίου, οι μνήμες: η λεβεντιά των ντόπιων παιδιών… η κατάνυξη εκείνου του μοναχικού προσκυνήματος… το χαμόγελο των συναδέλφων –γιατί χαμογελούσαν; κι ο ίδιος χαμογελούσε!– η κυρά Κατίνα, που του ψώνισε από Ρόδο πλυντήριο δωρεάν(!), τα ηλιοβασιλέματα…τ’ ανάμικτα συναισθήματα κάθε που βλέπει καράβι να μπαίνει στο λιμανάκι ή να χάνεται στον ορίζοντα… Μνήμες ζωής για μια ζωή.
Άραγε… τι κάνουν τα παιδάκια του; Χαμογελάει. Θα τους πάει δώρο, υπόμνηση πολύτιμη, την ξεθωριασμένη γαλανόλευκη που ψυχανεμίζεται νύχτα-μέρα στο μπαλκόνι του. Ο επόμενος συνάδελφος σίγουρα θα βάλει δικιά του, καινούργια. Με το καλό… Η ζωή στην Τήλο… συνεχίζεται!
Α.Μ.
«Πρός τή ΝΙΚΗ», Μάρτιος 2020